Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Ποινική ευθύνη για μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ: μόνον ο εργοδότης και στις ΑΕ μόνο οι διευθυντές, διαχειριστές και διευθύνοντες σύμβουλοι (όχι τα μέλη ΔΣ που δεν ασκούν διοίκηση/διαχείριση εταιρικών υποθέσεων).


Κατά το άρθρο 26 § 1 α.ν. 1846/1951 "περί κοινωνικών ασφαλίσεων" για την καταβολή των εισφορών των εργαζομένων ευθύνεται ο εργοδότης, ενώ περαιτέρω το ίδιο άρθρο καθορίζει τις ειδικότερες υποχρεώσεις του εργοδότη, προκειμένου να καθίσταται κάθε φορά εφικτή η εξακρίβωση του ποιά πρόσωπα υπάγονται σε ασφάλιση (εφοδιασμός εργαζομένων με ασφαλιστική ταυτότητα, τήρηση καταστάσεων προσωπικού, παροχή δυνατότητας στα όργανα του ΙΚΑ να ελέγχουν τις καταστάσεις αυτές, κλπ).

Εξάλλου η § 1 του άρθρου 1 α.ν. 86/1967 "περί επιβολής κυρώσεων κατά καθυστερούντων την καταβολή και την απόδοσιν εισφορών εις οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως" ορίζει: "όστις, υπέχων νόμιμον υποχρέωσιν καταβολής των βαρυνουσών αυτόν τον ίδιον ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτικών) ασχέτως ποσού, προς τους εις το υπουργείον εργασίας υπαγομένους πάσης φύσεως οργανισμούς κοινωνικής πολιτικής ή κοινωνικής ασφαλίσεως ή ειδικούς λογαριασμούς, δεν καταβάλλει ταύτας εντός μηνός, αφ' ης αύται κατέστησαν απαιτηταί προς τους ως άνω οργανισμούς, τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών", ενώ η § 2 του ίδου άρθρου περαιτέρω ορίζει "όστις, παρακρατών ασφαλιστικά εισφοράς των παρ' αυτώ εργαζομένων επί σκοπώ αποδόσεως εις τους κατά την § 1 οργανισμούς, δεν καταβάλλει ή δεν αποδίδει ταύτας προς τους ανωτέρω οργανισμούς εντός μηνός αφ' ης κατέστησαν απαιτηταί, τιμωρείται επί υπεξαιρέσει δια φυλακίσεως τουλάχιστον 6 μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών".

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι υπεύθυνος για την καταβολή των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών είναι ο κάθε φορά εργοδότης, ο οποίος και μόνο, σε περίπτωση παράβασης των οικείων υποχρεώσεων του, είναι και αυτουργός του εγκλήματος που τυποποιούν οι διατάξεις του άνω ειδικού ποινικού νόμου. Εξάλλου, στην περίπτωση εργοδότη - νομικού προσώπου, εύλογο είναι ότι την ευθύνη φέρει το ίδιο το νομικό πρόσωπο, όπως κάθε φορά εκπροσωπείται, και ανάλογα με τις ειδικότερες διατάξεις που προσήκουν στη νομική του μορφή.

Είναι πράγματι αλήθεια ότι ο εκάστοτε διορισμός εκπροσώπου σε ΑΕ δεν αποκλείει το ΔΣ από τις εξουσίες του στα θέματα που διόρισε τον εκπρόσωπο, και μάλιστα το τελευταίο δικαιούται να λαμβάνει αντίθετες αποφάσεις από αυτόν και να τον ανακαλεί οποτεδήποτε, ΟΜΩΣ:

Αφενός μεν, το ΔΣ ανώνυμης εταιρίας είναι όργανο που δρα συλλογικά, και για τον σκοπό αυτό απαιτείται σύγκληση του ΔΣ και σύνταξη οικείου πρακτικού συνελεύσεως (που δεν υπάρχει στην εξεταζόμενη περίπτωση), αφετέρου δε η εξουσία τούτη δεν μπορεί πειστικά να θεωρηθεί ότι εκτείνεται μέχρι του σημείου να υποκαταστήσει πλήρως τη διαχειριζόμενη ΑΕ και να μεταβάλει συλλήβδην τα μέλη του ΔΣ της ΑΕ σε εργοδότες, και άρα φορείς της οφειλής της εργοδότριας διαχειριζόμενης ΑΕ προς το ΙΚΑ, και ποινικά υπεύθυνους για παράβαση των οικείων διατάξεων. Μια τέτοια άποψη στερείται νόμιμου ερείσματος, και κείται πρόδηλα εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης, (βλ. Ποινική ευθύνη μελών ΔΣ ημεδαπής ΑΕ για μή εμπρόθεσμη καταβολή εργοδοτικών και εργατικών εισφορών (βλ. παράβαση του α.ν. 86/1967, ΜΠλημμελΑθ 30726/2005 με παρατ. Α. Μάνου, ΔΙΚΗ 2007).
Περαιτέρω το άρθρο 115 ν. 2238/1994, όπως αυτό συμπληρώθηκε με την § 6 του άρθρου 22 ν. 2648/22.10.1998 και ίσχυε κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της διάταξης του άρθρου 69 ν. 2676/1999 (ΦΕΚ Α 151 - κώδικας φορολογίας εισοδήματος) ορίζει ότι "τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές ή διευθύνοντες σύμβουλοι και εκκαθαριστές των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα...".
Εξάλλου με τη διάταξη της § 2 του άρθρου 69 ν. 2676/1999, με τον τίτλο "συγχώνευση ασφαλιστικών ταμείων, οφειλές ΙΚΑ και λοιπές διατάξεις", ορίζεται ότι οι διατάξεις της § 4 άρθρου 4 ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) αντικαθίστανται ως εξής: "οι διατάξεις του άρθρου 115 ν. 2238/1994, όπως ισχύουν κάθε φορά, που αναφέρονται στην ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα για την καταβολή των φόρων που οφείλουν στο Δημόσιο τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται κατ' αναλογία και για την καταβολή των οφειλομένων στο ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών".

Το άρθρο 23 του Ν. 2523/1997 με τίτλο «Ποινικές κυρώσεις για τη μη καταβολή χρεών», όπως αυτό αντικατέστησε το άρθρο 25 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α`) προβλέπει στην παρ. 2 τα εξής: «Στις πιο κάτω περιπτώσεις οφειλετών του Δημοσίου και τρίτων πλην ιδιωτών, οι προβλεπόμενες ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται και προκειμένου: α) Για ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στους προέδρους των Δ.Σ., στους διευθύνοντες ή εντεταλμένους ή συμπράττοντες συμβούλους ή διοικητές ή γενικοί διευθυντές ή διευθυντές αυτών ή σε κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε από δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών, σωρευτικά ή μη. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, οι ποινές επιβάλλονται κατά των μελών των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.»
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η με αριθμό 173/2001 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, στην οποία αναφέρεται: "... ο νομοθέτης καθιέρωσε πρόσθετη υποχρέωση για την κάλυψη φορολογικών υποχρεώσεων νομικού προσώπου, την οποία όμως περιόρισε μεταξύ ορισμένου μόνο κύκλου προσώπων και δη μεταξύ εκείνων, τα οποία ασκούν τη διοίκηση και έχουν τη διαχείριση της εταιρίας και επομένως την κύρια αν όχι και τη μόνη ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της εταιρίας. Εντεύθεν παρέπεται ότι στον κύκλο των ευθυνομένων προσώπων δεν δύνανται να περιληφθούν και άλλα πρόσωπα... Και είναι μεν αληθές ότι τα τελευταία αυτά πρόσωπα ενδεχομένως να άσκησαν διοίκηση και να αναμίχθηκαν στη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, τούτο όμως αποτελεί ζήτημα πραγματικό και πάντως δεν παρίσταται ικανό να στοιχειοθετήσει ευθύνη τους..." και «Εκ των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, ότι μεταξύ του κύκλου των ποινικώς διωκόμενων εκ μόνης της ιδιότητός των προσώπων δεν περιλαμβάνονται ούτε οι αναπληρωτές των αναφερομένων σε αυτές (ΑΕ) αξιωματούχων ούτε οι εκκαθαριστές. Επομένως και σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν επί του πρώτου ερωτήματος , στα οποία αναφερόμεθα ως ισχύοντα και εν προκειμένω προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων, πολύ περισσότερο μάλιστα επειδή πρόκειται περί ποινικών διατάξεων μη επιδεχόμενων διασταλτική ερμηνεία ή αναλογική εφαρμογή, τα πρόσωπα αυτά (αναπληρωτές αξιωματούχων, εκκαθαριστές) δεν υπέχουν ποινική ευθύνη εκ μόνης της ιδιότητας των αυτής αλλά μόνο εφόσον αναμείχθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ολικώς ή μερικώς στη διοίκηση και διαχείριση του νομικού προσώπου της εταιρείας υπό τη συνδρομή βεβαίως και των προαναφερόμενων στις διατάξεις αυτές προϋποθέσεων (παράβαση προθεσμίας καταβολής, είδος και ύψος χρεών, χρόνος βεβαίωσης κλπ).
Τέλος, με την ΥΠΟΙΚ 1028181/1546/0016/ΠΟΛ. 1028/1-4-2004 ορίζεται ότι: "στη διάταξη της § 1 του άρθρου 115 ν. 2238/1994 δεν μπορούν να συμπεριληφθούν άλλα πρόσωπα, τα οποία έχουν την ιδιότητα του αναπληρωτή, όπως είναι οι αντιπρόεδροι ΔΣ και οι αναπληρωτές του διευθύνοντος συμβούλου ΑΕ, ασχέτως αν τα πρόσωπα αυτά ενδεχομένως άσκησαν διοίκηση ή να αναμίχθηκαν στη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, καθόσον δεν έχουν την ιδιότητα, όπως ρητά και περιοριστικά αναφέρεται στη σχετική διάταξη του ως άνω νόμου".
Από τη συνδυασμένη εφαρμογή των τριών προμνησθεισών διατάξεων αβίαστα συνάγεται ότι, ναι μεν τα φυσικά πρόσωπα που διοικούν νομικά πρόσωπα (ανεξαρτήτως μορφής, ήτοι ΑΕ ή ΕΠΕ) ευθύνονται αλληλεγγύως και σε ολόκληρο με την προσωπική τους περιουσία για τις οφειλές των νομικών αυτών προσώπων, είτε αυτές αφορούν χρέη προς το Δημόσιο είτε (κατόπιν της κατά τα ως άνω επεκτάσεως δια αναλογικής εφαρμογής των οικείων διατάξεων) ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ, ωστόσο ως τέτοια φυσικά πρόσωπα που διοικούν τα εκάστοτε υπέγγυα νομικά πρόσωπα, μπορούν και πρέπει να νοούνται αποκλειστικά και μόνο όσα ρητά και περιοριστικά αναφέρονται στο νόμο, ήτοι διευθυντές, διαχειριστές και διευθύνοντες σύμβουλοι, και σε καμία περίπτωση δεν είναι επιτρεπτή επέκταση της ευθύνης και σε άλλα πρόσωπα, με βάση την ιδιότητά τους πχ ως μελών ΔΣ ή αντιπροέδρων ΔΣ ανωνύμων εταιριών, μάλιστα δε, κατά τη ρητή επιταγή της προμνησθείσας διατάξεως, ακόμη κι αν αυτά τα πρόσωπα άσκησαν εν τοις πράγμασι διοίκηση ή αναμίχθηκαν στη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων.
Ενόψει των ανωτέρω γίνεται φανερό ότι η επέκταση της ευθύνης για τη μη καταβολή εργατικών και εργοδοτικών εισφορών και σε πρόσωπα τρίτα και άσχετα με τη διοίκηση των υπεγγύων νομικών προσώπων - οφειλετών, τα οποία μάλιστα (φυσικά πρόσωπα) δέν φέρουν τις κατά νόμο περιοριστικά αναφερόμενες ιδιότητες, όπως αυτές αναπτύχθηκαν ανωτέρω αφίσταται του γράμματος και του πνεύματος του νόμου και του σκοπού του νομοθέτη, καθιερώνοντας στην ουσία ανεπίτρεπτη ποινική τιμώρηση, δίχως αντίστοιχη πρόβλεψη σε διάταξη νόμου, δεδομένου ότι, όπως είναι γνωστό, η αναλογική συμπλήρωση μιας διατάξεως, που οδηγεί σε επέκταση του αξιοποίνου, συνιστά ευθεία παράβαση του βασικού ποινικού αξιώματος nullum crimen nulla poena sine lege, που διατυπώνεται στο άρθρο 1 ΠΚ και 7 § 1 του Συντάγματος, αλλά επιπλέον καταστρατηγεί προδήλως, και δη κατά μείζονα λόγο, και την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή καθιερώνεται στο άρθρο 25 του ισχύοντος Συντάγματος.
Εν ολίγοις, μόνη η ιδιότητα μέλους του ΔΣ δεν συνεπάγεται άνευ άλλου τινός και ποινική ευθύνη, αφού το ποινικό μας σύστημα διατρέχει η αρχή της υποκειμενικής ευθύνης.
Και είναι βέβαια θεμιτή η κινητοποίηση των μηχανισμών είσπραξης των αρμοδίων ταμείων, και δη του ΙΚΑ, σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής των οικείων ασφαλιστικών εισφορών, πλην όμως την διαπιστωμένη αδυναμία των οργάνων αυτών δεν μπορούν να χρεώνονται τρίτα αμέτοχα πρόσωπα. Η πρακτική αυτή, εκτός από αυθαίρετη και μη νόμιμη, είναι και δικαιοπολιτικά άδικη.

Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση κατηγορίας κρίσιμη είναι η ιδιότητα του φερόμενου ως υπόχρεου ως εργοδότη.

Εφόσον όμως εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο, όπως είναι η Α.Ε., θα πρέπει να προσδιορίζεται η ιδιότητα του υπόχρεου φυσικού προσώπου, ως νομίμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, ώστε να ανακύπτει η νομική υποχρέωση του για καταβολή των εργοδοτικών και παρακράτηση από το μισθό των εργαζομένων και απόδοση των εργατικών εισφορών, μη αρκούντος του χαρακτηρισμού του στην αιτιολογία ως "εργοδότη".

AD HOC νομολογία:
612/2009 ΑΠ (ΠΟΙΝ, Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ): «Αναιρεί διότι εν όψει του ότι πρόκειται για εργοδότρια ανώνυμη εταιρεία η απόφαση δεν διευκρινίζει αν οι αναιρεσείοντες εκπροσωπούσαν την ΑΕ κατά το καταστατικό ή με απόφαση του ΔΣ. Δεν αρκεί μόνο η αναφορά της ιδιότητας του μέλους του ΔΣ.» και «Η αιτιολογία, όμως, αυτή που διέλαβε το δικαστήριο της ουσίας στην προσβαλλόμενη από τους αναιρεσείοντες απόφασή του, κατά το μέρος που τους αφορά, δεν είναι η απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη. Ειδικότερα, υπάρχει ασάφεια, αφού, ενόψει του ότι πρόκειται για εργοδότιδα ανώνυμη εταιρία, η οποία κατά νόμο (άρθρο 18 του ν. 2190/1920) εκπροσωπείται από το Διοικητικό της Συμβούλιο που ενεργεί συλλογικώς, δεν διευκρινίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αν οι αναιρεσείοντες κατά το καταστατικό της εταιρείας "....... .." ή με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εκπροσωπούσαν την εν λόγω εταιρία κατά τον ενδιαφέροντα πιο πάνω κρίσιμο χρόνο, ώστε να ανακύπτει νομική υποχρέωσή τους να παρακρατούν τις εισφορές των εργαζομένων και να αποδίδουν αυτές, μαζί με τις αντίστοιχες εργοδοτικές της επιχειρήσεως, στο ΙΚΑ, μόνη δε η αναφερόμενη στο σκεπτικό ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρίας αυτής δεν παρείχε στους αναιρεσείοντες άνευ άλλου εξουσία εκπροσωπήσεως της. Επιπλέον η ασάφεια αυτή καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των άνω διατάξεων του άρθρου 1 του Α.Ν. 86/1967. Επομένως, είναι βάσιμοι οι σχετικοί με τις ανωτέρω πλημμέλειες λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως και του δικογράφου πρόσθετου λόγου, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` και Ε` του Κ.Ποιν.Δ και πρέπει να γίνουν δεκτός και, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς τις καταδικαστικές για τους αναιρεσείοντες διατάξεις της. Ακολούθως, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο πιο πάνω μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκράτησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ).»

1081/2009 ΑΠ και 1565/2006 ΑΠ, (ΠΟΙΝ Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ): «Ελλιπής η αιτιολογία διότι δε γίνεται αναφορά της ιδιότητας του υποχρέου. Εργοδότης - νομικό πρόσωπο. Απαιτείται να προσδιορίζεται η ιδιότητα του φυσικού προσώπου που ως νόμιμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου. Αναιρεί ως προς αυτό την απόφαση.» και «Εξ άλλου, για την ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης, κατά το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και το άρθρο 139 του Κ.Π.Δ., αιτιολογίας καταδικαστικής απόφασης για παράβαση του άνω άρθρου (1 του α.ν. 86/ 1967), απαιτείται να προσδιορίζεται, εκτός άλλων, η ιδιότητα του υπόχρεου ως εργοδότη, εφ όσον όμως εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο, όπως είναι η Α.Ε., θα πρέπει να προσδιορίζεται η ιδιότητα του υπόχρεου φυσικού προσώπου, ως νομίμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, ώστε να ανακύπτει η νομική υποχρέωση του για καταβολή των εργοδοτικών και παρακράτηση από το μισθό των εργαζομένων και απόδοση των εργατικών εισφορών, μη αρκούντος του χαρακτηρισμού του στην αιτιολογία ως "εργοδότη" οπότε δημιουργείται ασάφεια ως προς τη νομική υποχρέωση τούτου (του αναφερομένου απλώς ως εργοδότη) για την καταβολή των εισφορών και δημιουργείται ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του Κ.Π.Δ., λόγος αναίρεσης, λόγω ελλιπούς αιτιολογίας., Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση του σκεπτικού της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει, ότι οι κατηγορούμενοι και ήδη αναιρεσείοντες, τέλεσαν τις αξιόποινες πράξεις της μη καταβολής των εργοδοτικών εισφορών και της υπεξαίρεσης των εργατικών εισφορών των εργαζόμενων στην έδρευσα την Κηφισιά Αττικής Α.Ε. με την επωνυμία "......" και το διακριτικό τίτλο ".......... ......" και με δεύτερη επιχειρηματική Λ εγκατάσταση στη Χαλκηδόνα Θεσσαλονίκης, αν εργοδότες" της, ανώνυμης αυτής εταιρείας χωρίς οποιοδήποτε άλλο προσδιορισμό της ιδιότητάς τους. Ετσι, όμως δημιουργείται ασάφεια περί του αν αυτοί είχαν τη νομική υποχρέωση της καταβολής των εισφορών στον ασφαλιστικό οργανισμό των εργαζομένων στην εταιρεία αυτή (ΙΚΑ), αφού, όπως προεκτέθηκε δεν προκύπτει κατά την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι αυτοί είναι οι νόμιμοι εκπρόσωποι της άνω Α.Ε., οπότε θα είχαν τη νόμιμη υποχρέωση καταβολής των άνω εισφορών.»

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Ανάθεση επιμέλειας στον πατέρα. Επισκόπηση Νομολογίας.

Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά 3629/2012
Με την κρινόμενη από 25-5-2012 αίτηση ο αιτών επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση, ζητεί, να του ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου του Σταυρούλας που απέκτησε με την καθής από το νόμιμο γάμο τους και με την οποία βρίσκεται σε διάσταση. Επίσης ζητεί να απειληθεί σε βάρος της καθής χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης . Η εν λόγω αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως έχει εισαχθεί προς συζήτηση στον παρόν Δικαστήριο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΠολΔ) και είναι νόμιμη πλην του παρακάτω αιτήματος στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1514, 1518 ΑΚ και 735 ΚΠολΔ. Το αίτημα περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, διότι αναφορικά με την επιμέλεια δεν ζητείται με την αίτηση και η παράδοση του τέκνου και ως εκ τούτου η διάταξη αυτή δεν είναι εκτελεστή (I Μπρίνιας Αναγκ Εκτέλεση αρθρ. 950 παρ. 245). Πρέπει επομένως κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Με την από 29-6-2012 αίτηση η αιτούσα, ζητεί, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση να αφαιρεθεί προσωρινά η άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου της Σταυρούλας από τον καθού πατέρας της με τον οποίο βρίσκεται σε διάσταση και να ανατεθεί προσωρινά η αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου της σε αυτή, διότι ο καθού παραβαίνει τα καθήκοντα που επιβάλλει το λειτούργημα της γονικής μέριμνας , κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στη αίτηση, άλλως να περιορισθεί προσωρινώς το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του ..., το οποίο έχει ρυθμισθεί με το από 9-5-2011 ιδιωτικό συμφωνητικό με τον τρόπο που ειδικότερα περιγράφεται σε αυτή (αίτηση), διότι τούτο επιβάλλει το συμφέρον του τέκνου καθώς και να υποχρεωθεί ο καθού να της καταβάλει μηνιαίως ως προσωρινή διατροφή σε χρήμα το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα ποσό τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους ... του οποίου ασκεί την επιμέλεια και αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση κάθε δόσης τους καθώς και να απειληθεί σε βάρος του καθού χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης επί της αμέσως προηγούμενης διάταξης. Η αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως έχει εισαχθεί προς συζήτηση στον παρόν Δικαστήριο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επΚΠολΔ) και είναι νόμιμη εκτός από το παρακάτω αίτημα στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1510, 1511, 1520, 1532 ΑΚ, 728 παρ. 1 α, 729 παρ. 1 και 2 και 735 ΚΠολΔ. Το αίτημα περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, διότι η αξίωση για διατροφή ικανοποιείται με τα διατάξεις των άρθρων 953 επ. ΚΠολΔ και συνεπώς δεν χρειάζεται προσφυγή σε εκείνες του άρθρου 946 ΚΠολΔ για την έμμεση εκτέλεση (Μπρίνιας ο.π. αρθ 941 παρ. 205). Πρέπει επομένως η αίτηση κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν συνεκδικαζόμενη με την παραπάνω από 25-5-2012 αίτηση λόγω της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ τους και διότι έτσι επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και μειώνονται τα έξοδα (άρθρα 31, 246, 682 ΚΠολΔ). Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, ... και ... οι οποίοι εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, τις προσκομιζόμενες από τον αιτούντα-καθού υπ' αριθ. 1058, 1062, 1063/6-8-2012 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς και τις προσκομιζόμενες από της καθής-αιτούσα υπ' αριθ. 1059, 1060, 1061/6-8-2012 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς οι οποίες ελήφθησαν ύστερα από νομότυπη κλήτευση των διαδίκων, από την προσωπική επικοινωνία του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων καθώς και από τα έγγραφα που οι διάδικοι με επίκληση προσκομίζουν, πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους την 22-2-2003 νόμιμο γάμο από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο την ... που γεννήθηκε την 7-5-2005. Οι σχέσεις των διαδίκων δεν υπήρξαν αρμονικές και στις αρχές του 2011 διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση τους με την αποχώρηση του καθής-αιτούσας από την συζυγική οικία. Έκτοτε αυτή εγκαταστάθηκε στο διαμέρισμα του συντρόφου της που βρίσκεται στα Καμίνια μαζί με το ανήλικο τέκνο τους, ενώ ο αιτών-καθού παρέμεινε στην συζυγική οικία που ανήκει στην ιδιοκτησία του στο Πέραμα. Με το από 9-5-2011 ιδιωτικό συμφωνητικό οι διάδικοι συμφώνησαν να ανατεθεί η επιμέλεια του τέκνου τους στην καθής - αιτούσα, ρυθμίσθηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του αιτούντος - καθού με το ανήλικο τέκνο του με τον τρόπο που ειδικότερα αναφέρεται σε αυτό και επιπλέον συμφώνησε ο αιτών - καθού να καταβάλει στην καθής-αιτούσα για την διατροφή της ανήλικης θυγατέρα τους το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως. Η ανήλικη μεγαλώνει με την μητέρα της και τον σύντροφο της σε ένα περιβάλλον αυταρχικό, υφίσταται απειλές και εκφοβισμούς από τους παραπάνω, υποβάλλεται σε τιμωρίες από τη μητέρα της για ασήμαντους λόγους, όπως στην περίπτωση εκείνη που αμέλησε να πλύνει τα δόντια της και η μητέρα της για την τιμωρήσει την κλείδωσε μία ολόκληρη μέρα στο δωμάτιο της, επιπλέον δε η καθής-αιτούσα προβαίνει σε ερωτικές περιπτύξεις με το σύντροφο της παρουσία της ανήλικης και δεν φροντίζει καθόλου ούτε για την υγιεινή της αλλά ούτε και για την ψυχαγωγία της. Στα πλαίσια της επικοινωνίας του καθού με την ανήλικη θυγατέρα η τελευταία αρνείται να επιστρέψει στη μητέρα της, η οποία βρίσκεται σε αδυναμία να ασκήσει αποτελεσματικά τα καθήκοντα της επιμέλειας του ανηλίκου της και στην προσπάθεια της να του επιβληθεί, συχνά λαμβάνει ανεπίτρεπτα σωφρονιστικά μέτρα που θίγουν την αξιοπρέπεια του, δηλαδή μέτρα όχι παιδαγωγικά αναγκαία, κατά παράβαση του άρθρου 1518 παρ. 2 εδ. β' ΑΚ. Ειδικότερα προβαίνει συχνά πέρα από τις άνω τιμωρίες στη σωματική κακομεταχείριση της ανήλικης, χτυπώντας αυτή σε διάφορα μέρη του σώματος της με τα χέρια ή με ζώνη και τραβώντας της τα μαλλιά προκειμένου κατ' αυτή (καθής-αιτούσα) να τη συνετίσει, με αποτέλεσμα η ανήλικη να αντιδρά καταφεύγοντας στον πατέρα της για να εκφράσει τη δυσαρέσκεια της και για να την προστατεύσει. Τέτοιο περιστατικό συνέβη την 2-5-2012 όπου ο αιτών καθού κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας του με την ανήλικη θυγατέρα του διαπίστωσε ότι την ανήλικη την είχε χτυπήσει η μητέρα της με τη ζώνη στα πλευρά της και για το λόγο αυτό μετέβη με αυτή στο εφημερεύον παιδιατρικό τμήμα του Τζανείου Νοσοκομείου στον Πειραιά όπου διαπιστώθηκε ότι αυτό έφερε εκδορά ολίγων χιλιοστών γραμμοειδή κατά τη μέση μασχαλιαία γραμμή μεταξύ 4ης και 5ης πλευράς αριστερά, επιπλέον συνεστήθη στον αιτούντα από την αρμόδια παιδοψυχίατρο του ιδίου ως άνω Νοσοκομείου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για έκδοση εισαγγελικής εντολής με σκοπό την παιδοψυχιατρική εκτίμηση της ανήλικης. Ακολούθως την επομένη ημέρα ο αιτών υπέβαλε ενώπιον του αρμοδίου Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς μήνυση κατά της καθής για παράβαση των διατάξεων του Ν. 3500/2006. Περαιτέρω από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο πατέρας της ανήλικης, όσο αυτή βρίσκεται μαζί του, της παρέχει όλες εκείνες τις υπηρεσίες που χρειάζεται για μία ήσυχη και επιμελημένη διαβίωση στην οικία του. Το ανήλικο αισθάνεται κοντά του την ασφάλεια και την σιγουριά που πρέπει να νιώθουν τα παιδιά της ηλικίας του και επιθυμεί για το λόγο αυτό να βρίσκεται μαζί του. Μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, στον πατέρα της απευθύνεται, όπως και στην αδελφή του και θεία της που διαμένει στην ίδια οικοδομή με αυτόν όταν η μητέρα της την κακομεταχειρίζεται, αρνούμενη να επιστρέψει στη συνέχεια σ" αυτήν. Αντίθετα, όπως πιθανολογήθηκε η μητέρα της ανήλικης δεν ανταπεξέρχεται επαρκώς στα μητρικά της καθήκοντα, δεν προσπαθεί να αναπτύξει εποικοδομητικά και με δημιουργικό τρόπο την προσωπικότητα της, δεν παρέχει στο ανήλικο τέκνο της το απαιτούμενο οικογενειακό περιβάλλον για την ψυχική του ισορροπία, την ολοκληρωμένη και υγιή ψυχοπνευματική του ανάπτυξη και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του, ούτε μπόρεσε να εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες για την προσαρμογή του στις νέες περιστάσεις που δημιουργήθηκαν λόγω της διάστασης των γονέων της, το δε ανήλικο τέκνο της δεν αισθάνεται ότι βρήκε στο πρόσωπο της μητέρας το στήριγμα της ζωής που επιζητεί αυτό. Πέραν δε τούτων προέκυψε, ότι η μητέρα του ανηλίκου καλλιεργεί αισθήματα αντιπάθειας αυτού προς τον πατέρα του και προσπαθεί να το αποξενώσει απ' αυτόν. Ενόψει όλων των ανωτέρω και με αποκλειστικό γνώμονα το πραγματικό συμφέρον του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η επιμέλεια αυτού πρέπει προσωρινά να ανατεθεί στον πατέρα του, ο οποίος θα ανταποκριθεί με επιτυχία στα πρόσθετα αυτά καθήκοντα και ο οποίος μέχρι σήμερα μεριμνά πραγματικά με ενδιαφέρον και στοργή για την ομαλή ψυχοσωματική του ανάπτυξη το δε ανήλικο είναι προσκολλημένο σε αυτόν και έχει αναπτύξει με τον πατέρα του ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς. Η εργασία του ως λιμενεργάτη στον ΟΛΠ δεν τον εμποδίζει στην επίδειξη της αρμόζουσας φροντίδας για την ανατροφή της ανήλικης θυγατέρα του, στα καθήκοντα του δε αυτά έχει τη συνεχή συνδρομή και συμπαράσταση τόσο της μητέρας του όσο και της αδελφής του που διαμένουν στην ίδια οικοδομή με αυτόν. Ο ισχυρισμός της καθής ότι τα ανήλικα δεκάχρονα τέκνα της αδελφή του αιτούντος ... τόσο κατά τη διάρκεια παιχνιδιού όσο και κατά τη διάρκεια του ύπνου εξερευνούν το σώμα της ανήλικης, την αγγίζουν σε απόκρυφα σημεία και τη φιλάνε στο στόμα δεν πιθανολογήθηκε από το ως άνω αποδεικτικό υλικό. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η από 29-6-2012 και με αριθ. καταθ. 3298/2012 αίτηση καινά γίνει δεκτή η από 25-5-2012 και με αριθμό καταθ. 2871/2012 αίτηση ως κατ' ουσίαν βάσιμη, κατά τα διαλαμβανόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
Tέλος τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθουν μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιότητας αυτών ως συζύγων (άρθρο 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις αναφερόμενες στο σκεπτικό αιτήσεις.
Απορρίπτει την από 29-6-2012 και με αριθ. καταθ. 3298/2012 αίτηση.
Δέχεται την από 25-5-2012 και με αριθμό καταθ. 2871/2012 αίτηση.
Αναθέτει προσωρινά την άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, ..., στον αιτούντα-πατέρα του.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, στις 13-11-2012 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους, με την παρουσία και της Γραμματέα Καλλιόπης Γιοκαρίνη. 


Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 1298/2011

Ι. Με την κρινόμενη από 11-06-2010, αίτησή της, η αιτούσα, επικαλούμενη επικείμενο κίνδυνο και επείγουσα περίπτωση, ζητεί: 1. να γίνει δεκτή η αίτηση της, 2. να υποχρεωθεί ο καθ` ου να της καταβάλει, υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας εν τοίς πράγμασι την επιμέλεια του υιού τους, ως προσωρινή διατροφή του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, .....- ......, το πρώτο τριήμερο κάθε μήνα και έντοκα σε περίπτωση καθυστερήσεως μέχρι την εξόφληση, αρχής γενομένης από την επίδοση της παρούσας αιτήσεως το ποσό των εξακοσίων τριάντα πέντε (635,00) ευρώ, 3. να της ανατεθεί η προσωρινή επιμέλεια του προσώπου του υιού τους, και 4. να καταδικασθεί ο καθ` ου στην δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αυτό, το αίτημα η αίτηση αρμοδίως, καθ` ύλην και κατά τόπον (άρθρα 14 παρ. 2 και 22 ΚΠολΔ), εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του ΚΠοΛΔ) και είναι νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 παρ. 2, 1493, 1496, 1498, 1510, 1511, 1513, 1514 κατ` 1518 ΑΚ, 176 ΚΠολΔ και ως εκ τούτου πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ` ουσία ν. Με προφορική δήλωσή του στο ακροατήριό που αναπτύσσεται παραδεκτά στο από 15-12-2010 σημείωμά του, ο καθ` ου πατέρας υπέβαλε ανταίτηση, με την οποία ζητεί να ανατεθεί σε αυτόν η προσωρινή επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, το οποίο η καθ` ης η ανταίτηση θα πρέπει να υποχρεωθεί να του παραδώσει. Η ανταίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις ίδιες διατάξεις που προαναφέρθηκαν για την ομοίου περιεχομένου αίτηση της αιτούσας, και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ` ουσίαν.

 II. Με την κρινόμενη, από 20-07-2010, αίτησή του, ο αιτών, επικαλούμενος επικείμενο κίνδυνο και επείγουσα περίπτωση, ζητεί 1. να γίνει δεκτή η αίτηση του, 2. να ρυθμιστεί προσωρινά η επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο του, ........-..........., και να υποχρεωθεί η καθ` ης να του τον παραδίδει: α) κάθε Τρίτη και Πέμπτη από ώρα 16.30 μέχρι ώρα 20.00 β) κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο από ώρα 10.00 του Σαββάτου μέχρι ώρα 20.00 της Κυριακής, άλλως και όλως επικουρικώς κάθε δεύτερο Σάββατο και Κυριακή από ώρα 10.00 μέχρι ώρα 20.00 εκάστης ημέρας, γ) κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, για το μεν πρώτο έτος, κατά την εβδομάδα των Χριστουγέννων, ήτοι το διάστημα από την 24ην Δεκεμβρίου και ώρα 10.00 μέχρι την 30η Δεκεμβρίου και ώρα 20.00, για δε το επόμενο έτος, την εβδομάδα της Πρωτοχρονιάς, ήτοι από την 31ην" Δεκεμβρίου και ώρα 10.00 μέχρι την 6ην Ιανουαρίου και ώρα 20.00, εναλλάξ κάθε έτος, δ) κατά τις εορτές του Πάσχα, σύμφωνα με το εορτολόγιο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, από την Μεγάλη Παρασκευή και ώρα 10.00 μέχρι τη Δευτέρα του Πάσχα και ώρα 20.00, τέλος δε ε) για τις θερινές διακοπές για το μεν πρώτο έτος, από την 1ην Αυγούστου από ώρα 10.00 και μέχρι την ώρα 20.00 της 10ης Αυγούστου, για το δε επόμενο έτος από την 11ην Αυγούστου από ώρα 10.00 και μέχρι την ώρα 20.00 της 20ης Αυγούστου, εναλλάξ κάθε έτος, 3. να υποχρεωθεί η καθ` ης να του παραδίδει το ανήλικο τέκνο τους κατά τον χρόνο έναρξης της επικοινωνίας τους έξω από την κατοικία της και να είναι έτοιμη να το παραλάβει πάλι κατά το χρόνο λήξης της στον ίδιο τόπο, 4. να υποχρεωθεί η καθ` ης να παραλείψει οποιαδήποτε πράξη αποσκοπεί στη φυγάδευση του ανηλίκου τέκνου τους, ........-......... στο εξωτερικό, 5. να απαγγελθεί κατά της καθ` ης χρηματική ποινή δύο χιλιάδων ευρώ (2.000,00) και προσωπική κράτηση τριών μηνών για κάθε παράβαση των διατάξεων της εκδοθησόμενης αποφάσεως και 6. να επιβληθεί σε βάρος της καθ` ης η εν γένει δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αυτό το αίτημα η αίτηση αρμοδίως, καθ` ύλην και κατά τόπον (άρθρο 31 παρ. 3 ΚΠολΔ), εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη.
Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1520 ΑΚ, 735 εδ. 1, 947 και 176 ΚΠολΔ και ως εκ τούτου πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν, συνεκδικαζόμενη με 1)την ασκηθείσα προφορικά στο ακροατήριο ανταίτηση του ιδίου αιτούντος και 2) την από 11-06-2010 αίτηση της εν διαστάσει συζύγου του, σύμφωνα με τα άρθρο 246 ΚΠολΔ.

 III. Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, της φίλης της αιτούσας-καθ` ης ........ ........ του .........., κατοίκου ............... Αττικής, και του πατέρα του καθ` ου αιτούντος, ...... .............. του ............., κατοίκου .............. Αττικής, των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και των σημειωμάτων τους, πιθανολογήθηκαν (άρθρα 347 και 690 παρ. 1 ΚΠολΔ τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν, την 05-06-2009, νόμιμο πολιτικό γάμο, στο Δημοτικό Κατάστημα του Δήμου ... .......... Αττικής. Από το γάμο αυτό απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο, τον ......-...., που γεννήθηκε την 03-07-2009 και είναι σήμερα ηλικίας περίπου ενάμιση έτους. Από την αρχή της εγγάμου συμβιώσεώς τους, η σχέση τους αντιμετώπισε πολλά προβλήματα, με συνεχείς διενέξεις. Τον Απρίλιο του 2010, η αιτούσα- καθ` ης μετέβη αεροπορικώς, μαζί με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, στην πόλη Ροστόβ της Ρωσίας, προκειμένου να επισκεφτεί τη μητέρα της, η οποία κατοικεί μόνιμα εκεί, όπου και τέλεσε τη βάφτιση του ανήλικου τέκνου της, με το όνομα ......-........, χωρίς να το γνωστοποιήσει στον καθ` ου-αιτούντα. Κατόπιν τούτου, την 06-05-2010, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, δεν επέστρεψε στην συζυγική κατοικία, που βρισκόταν στον ..... ....... Αττικής, στην οδό ...... αριθμ. .., αλλά μετοίκησε στην οικία του πατέρα της, που βρίσκεται στον ...... Αττικής, στην οδό ............ αριθμ. .., και στη συνέχεια, σε μίσθιο διαμέρισμα επί της οδού ........ αριθμ. .., στο Δήμο ........ Αττικής. Ο καθ` ου-αιτών αποχώρησε επίσης από τη συζυγική κατοικία και διαμένει στην κατοικία των γονέων του, η οποία βρίσκεται στην οδό ....... αριθμ. .., στην ......... Αττικής. Ενώ τον Αύγουστο του 2010, η αιτούσα - καθ` ης εμπιστεύθηκε για ένα μεγάλο διάστημα τα ανήλικο τέκνο τους στον καθ` ου - αιτούντα, ο οποίος ανέλαβε την φροντίδα και την επιμέλειά του εξ ολοκλήρου κατά τις διανυκτερεύσεις του ανήλικου τέκνου στην οικία του, τον Σεπτέμβριο του 2010, η αιτούσα - καθ` ης μετέβη μετά του ανηλίκου τέκνου τους στη Ρωσία, χωρίς να ενημερώσει προηγουμένως τον καθ` ου αιτούντα, όπου και διαμένει μέχρι σήμερα το τέκνο μαζί με τη μητέρα της αιτούσας-καθ` ης και τον δεύτερο σύζυγο της. Η αιτούσα - καθ` ης εργάζεται από τον Αύγουστο του 2010 σε καφετέρια με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, αποκερδαίνοντας το ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ περίπου μηνιαίως. Ο καθ` ου - αιτών είναι άνεργος και έχει εγγράφει στο Ταμείο Ανεργίας, από το οποίο λαμβάνει μηνιαίως το ποσό των πεντακοσίων σαράντα πέντε (545,00) ευρώ από 24-07-2010. Τον Νοέμβριο του 2009, μαζί με τον πατέρα του ..... και έναν ακόμα συνέταιρο συνέστησε ετερρόρυθμη εταιρεία με την επωνυμία .. .................... .........», με το διακριτικό τίτλο « ......... ..............», στην οποία εταιρεία είναι ομόρρυθμος εταίρος με ποσοστό συμμετοχής στα κέρδη και τις ζημίες 25%. Οι γονείς του καθ` ου - αιτούντος, ....... .... ......, είναι αμφότεροι ηλικίας σαράντα οκτώ ετών, η δε μητέρα του είναι καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής στο Πολωνικό Σχολείο στην Αθήνα, το οποίο λειτουργεί υπό την αιγίδα της Πολωνικής Πρεσβείας, και δύναται κατά τις ώρες άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας του καθ` ου - αιτούντος, να έχει το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στον παιδικό σταθμό που λειτουργεί στο ως άνω σχολείο και εν συνεχεία να το φροντίζει η ίδια, μέχρι να επιστρέψει εκείνος από την εργασία του.

 IV. Σύμφωνα με το άρθρο 1520 παρ. 1 ΑΚ "Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό». Με την ανωτέρω διάταξη αναγνωρίζεται στον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο το δικαίωμα επικοινωνίας του με το τέκνο, δικαίωμα το οποίο αποβλέπει όχι μόνο στο συμφέρον του γονέα αλλά και του τέκνου. Είναι αδιάφορο για ποιο λόγο οι γονείς δεν ζουν μαζί όπως επίσης αδιάφορο είναι και αν ο ένας ή οι δύο γονείς έχουν την επιμέλεια του τέκνου. Σκοπός του δικαιώματος αυτού, το οποίο συγχρόνως αποτελεί και καθήκον, όπως κάθε αρμοδιότητα που απορρέει από τη γονική μέριμνα, είναι η διατήρηση του ψυχικού δεσμού μεταξύ γονέα και τέκνου και η δυνατότητα του άλλου γονέα άμεσης γνώσης για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, την πνευματική ανάπτυξη και γενικά της παρακολούθησης της όλης κατάστασης του τέκνου. Η παρεμπόδιση της επικοινωνίας, η οποία μπορεί να γίνεται και με την καλλιέργεια στο τέκνο αισθημάτων αρνητικών απέναντι στον άλλο γονέα, συνεπάγεται κυρώσεις σε βάρος του γονέα. Το δικαίωμα επικοινωνίας, που ρητώς από το δίκαιο παρέχεται στον γονέα, δεν μπορεί να αποκλειστεί από τον τελευταίο σε καμία περίπτωση, ούτε με σύμβαση, ούτε με δικαστική απόφαση, διότι ο νόμος δεν παρέχει τέτοιο δικαίωμα, και αυτό από τη (φύση του και το σκοπό που επιτελεί για την ομαλή ανάπτυξη της ψυχοσωματικής και διανοητικής ανάπτυξης του τέκνου βλ. Βασίλη Άντ. Βαθροκοκοίλη, Αναλυτική ερμηνεία-νομολογία Αστικού Κώδικα, Β`τόμος, σελ. 2046-2047. Επιπλέον, συμφώνα με το άρθρο 1532 ΑΚ «Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, μπορεί να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, να αναθέσει την επιμέλεια του τέκνου ολικά ή μερικά σε τρίτον ή να διορίσει επίτροπο.»
V. Βάσει τον όσων προαναφέρθηκαν, το Δικαστήριο δέχεται ότι πρέπει να ανατεθεί η προσωρινή επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων στον καθ` ου- αιτούντα δεδομένου ότι το παιδί έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, όπου διαμένουν μόνιμα και οι δυο γονείς του, οι οποίοι είναι και οι δύο σε θέση να εργαστούν και να το φροντίσουν για την ορθή διαβίωση του, και συνεπώς είναι ορθό να διαμένει και το ίδιο στην Ελλάδα, παρά να διαμένει στη Ρωσία με τη μία γιαγιά του και με τον δεύτερο σύζυγο της, ενώ οι γονείς του καθ` ου - αιτούντος, καθώς και ο πατέρας της αιτούσας - καθ` ης, διαμένουν επίσης μόνιμα στην Ελλάδα. Το αίτημα επιδικάσεως προσωρινής διατροφής στην αιτούσα, για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, που προϋποθέτει την ανάθεση σε αυτήν από το Δικαστήριο της προσωρινής επιμέλειας του τέκνου, πρέπει να απορριφθεί ως άνευ αντικειμένου. Ομοίως ως άνευ αντικειμένου πρέπει να απορριφθεί και η από 20- 07-2010 αίτηση του αιτούντος για τη ρύθμιση της επικοινωνίας του με τον ανήλικο υιό του. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να κάνει δεκτή την προφορικώς και μετά του σημειώματος ασκηθείσα ανταίτηση του ανταιτούντος- καθ` ου η αίτηση, και να απορρίψει την απο 11-06-2010 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 9600/2010 αίτηση της αιτουσας - καθ` ης η ανταίτηση στο σύνολό της, και να αναθέσει στον ανταιτούντα - καθ` ου η αίτηση την προσωρινή επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, και να απειληθεί σε βάρος της αιτούσης καθ` ης χρηματική ποινή πεντακοσίων (500,00) ευρώ υπέρ του αιτούντος για κάθε παράβαση των διατάξεων της εκδοθησόμενης αποφάσεως. Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστεί εν όλω μεταξύ τους, λόγω της σχέσης τους ως συζύγων, έστω και αν είναι σε διάσταση.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ` αντιμωλίαν των διαδίκων. Συνεκδικάζει 1)την από 11-06-2010 αίτηση της ......... .............., 2) την από 20-07-2010 αίτηση του .......-.... ........ και 3)την από 10-12 2010 προφορική ανταίτηση του τελευταίου. Απορρίπτει εν όλω την από 11-06-2010 αίτηση της αιτούσας - καθ`ης καθώς και την από 20-07-2010 αίτησης του αιτούντος - καθ`ου. Δέχεται την από 10-12-2010, προφορικώς και μετά του σημειώματος ασκηθείσα ανταίτηση του ανταιτούντος - καθ` ου. Αναθέτει στον ανταιτούντα πατέρα την αποκλειστική και προσωρινή επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διάδικων, ............-...... . Υποχρεώνει την καθ`ης η ανταίτηση μητέρα να παραδώσει στον πατέρα του το ανήλικο τέκνο τους, ........-...... . Απειλεί σε βάρος της καθ` ης η ανταίτηση μητέρας χρηματική ποινή ύψους πεντακοσίων (500,00) ευρώ για κάθε παράβαση της προηγούμενης, περί ανάθεσης της προσωρινής και αποκλειστικής επιμέλειας του ανηλίκου υιού των διαδίκων στον ανταιτούντα πατέρα, διατάξεως.

Συμψηφίζει εν όλω την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 2011, σε έκτακτη και δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, με απόντες τους διαδίκους που παραστάθηκαν και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.


Εφετείο Ιωαννίνων 104/2011

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1511 και 681 Γ παρ. 3 εδ. α' και 4 εδ. α', δ' και ε' ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικαστήριο, προκειμένου, επί διακοπής της συμβιώσεως των συζύγων, να ρυθμίσει τη γονική μέριμνα, πρέπει να ζητεί και να συνεκτιμά και τη γνώμη του τέκνου, εφόσον κρίνει ότι έχει την απαιτούμενη ωριμότητα, ότι δηλαδή έχει ΐηνικανότητα να αντιληφθεί το συμφέρον του, για την κρίση του δε αυτή προς την ύπαρξη ή μη τέτοιας ωριμότητας, που σχηματίζεται από την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε ειδική αιτιολογία απαιτείται, ούτε αναιρετικός έλεγχος επιτρέπεται, αφού αυτή αποτελεί εκτίμηση πραγματικού γεγονότος κατ' αρθρ. 561 ΚΠολΔ. Ενώ εξ άλλου μόνη η ηλικία του τέκνου δεν αποδεικνύει και την ωριμότητα ή ανωριμότητα του. Η συνεκτίμηση από το Δικαστήριο της γνώμης του τέκνου δεν αποτελεί ίδιο αποδεικτικό μέσο, αλλά πρέπει να διαλαμβάνεται στην απόφαση, γιατί συνιστά μέρος της αιτιολογίας αυτής χωρίς και να είναι απαραίτητο να αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου η γνώμη του ανηλίκου, στην οποία άλλωστε το Δικαστήριο αυτό δεν είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται. Υποχρέωση παράθεσης της γνώμης του ανηλίκου στην απόφαση από κανένα σημείο του άρθρου 1511 παρ. 3 ΑΚ δεν προκύπτει, πράγμα άλλωστε εύλογο δεδομένου ότι η παράθεση αυτή (λαμβανομένης υπ' όψη της υφής των εκδικαζομένων υποθέσεων αλλά και των ευαισθησιών και των αποστάσεων που πρέπει να τηρούνται ιδίως όταν το τέκνο βρίσκεται σε νηπιακή ηλικία) είναι βέβαιο ότι θα οξύνει ακόμη περαιτέτω τις ούτως ή άλλως τεταμένες σχέσεις των διαδίκων γονέων, προκαλώντας εξ αντανακλάσεως βλάβη στο συμφέρον του ίδιου του τέκνου.(Α.Π. 1316/2009 ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1514 του ΑΚ συνάγεται ότι η γονική μέριμνα, η οποία περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, την διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπησή του σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, ασκείται από τους γονείς του. Είναι δε έννοια ευρύτερη της επιμέλειας,η οποία περιλαμβάνει κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την ανατροφή, την επίβλεψη, την μόρφωση και την εκπαίδευση του τέκνου, την εν γένει ανάπτυξη της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής προσωπικότητας του ανηλίκου τέκνου, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του. Στην περίπτωση διακοπής όμως της συζυγικής συμβιώσεως, όταν ανατρέπονται πλέον οι συνθήκες της ζωής της οικογένειας, καταργείται ο συζυγικός οίκος, δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς και ανακύπτει θέμα διαμονής των ανηλίκων τέκνων πλησίον του πατέρα ή της μητέρας τους, η ρύθμιση της επιμέλειας αυτών γίνεται από το δικαστήριο: Οταν η επιμέλεια ανατεθεί σε έναν από τους γονείς, αυτός έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για τα τρέχοντα και καθημερινά θέματα που σχετίζονται με την επιμέλεια των τέκνων (ΑΠ 1005/2006ΕλλΔνη 47.1352). Ως κατευθυντήρια γραμμή και βασικό κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων στον ένα από τους γονείς τους, στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων των τέκνων και της προσφυγής τους στο δικαστήριο, αλλά και πυρήνας για τον προσδιορισμό της ασκήσεως αυτής, είναι το αληθινό συμφέρον του τέκνου, σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό και γενικά κάθε είδους συμφέρον, που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Για την εξειδίκευση της αόριστης αυτής νομικής έννοιας δεν παρέχονται από το νομοθέτη εκ των προτέρων σταθερά προσδιοριστικά στοιχεία, πέραν από το επιβαλλόμενο στο δικαστή καθήκον να σεβαστεί την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μη κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσιακής οικονομικής κατάστασής τους. Στη δικαστική συνεπώς κρίση καταλείπεται ευρύ πεδίο ώστε, αφού ληφθούν υπόψη, όλες οι σχέσεις και οι περιστάσεις, να καταλήξει σε ρύθμιση τέτοια, που να εξυπηρετείται καλύτερα το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου. Κρίσιμα προς τούτο στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η καταλληλότητά του ή των γονέων για την ανάληψη του έργου της διαπαιδαγωγήσεως και της περιθάλψεως του ανηλίκου τέκνου, και οι έως τότε δεσμοί του τέκνου με τους γονείς και αδελφούς του, καθώς και η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης των τέκνων χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, εκτός αν συντρέχει ειδικός λόγος. Για το σκοπό τούτο λαμβάνεται υπόψη η προσωπικότητα, η πνευματική ανάπτυξη, η παιδαγωγική καταλληλότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων καισυνεκτιμώνται   οι συνθήκες κατοικίας και η οικονομική κατάσταση τούτων (ΑΠ 052/2007 ΕλλΔνη 50.1666). Αυτά δε ισχύουν ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός αν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητας του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται η τήρηση απ' αυτόν της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 952/2007 ΕλλΔνη 50.1666, ΑΠ 1218/2006 ΕλλΔνη 47.1352, ΑΠ 1910/2005 ΕλλΔνη 47.440, ΑΠ 561/2003 ΕλλΔνη45.1029).


Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως ... και ...., που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, με επιμέλεια της ενάγουσας ο πρώτος και του εναγόμενου ο δεύτερος, αντίστοιχα, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημοσίας συνεδρίασης του δικαστηρίου, τις με αριθμ. 731/01.12.2008 και 468/02.12.2008 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων, .. και ..., τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, οι οποίες λήφθηκαν νόμιμα ενώπιον του Ειρηνοδίκη Βόλου ... η πρώτη και της Ειρηνοδίκη Ιωαννίνων .. η δεύτερη, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγομένου της ίδιας αγωγής (βλ. την με αριθμ. 7141/28.112008 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων ...), καθώς και τις με αριθ. 7907/2009, 407/2009, 408/2009 ένορκες βεβαιώσεις τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων, παραδεκτά στην κατ' έφεση δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 524 &1 εδ.α και 529 του Κ.Πολ.Δ (Α.Π.319/2009 ΝΟΜΟΣ) οι οποίες λήφθηκαν νόμιμα ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών .. η πρώτη και της Ειρηνοδίκη Ιωαννίνων ..., η δεύτερη και τρίτη .. και ..., κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγομένης (βλ. την με αριθμ. 10792/2009 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων ...) όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, καθώς και τη γνώμη που εξέφρασαν οι ανήλικοι Ιωάννης και Ευάγγελος και κατά την επικοινωνία που είχαν με τα μέλη του Δικαστηρίου, η οποία λαμβάνεται υπόψη δεδομένου ότι οι ως άνω ανήλικοι έχουν την απαιτούμενη ωριμότητα και έχουν σαφή αντίληψη της σημασίας της διαφοράς και του συμφέροντός τους, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Οι διάδικοι ... και ..., τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο, στο Τσεπέλοβο Ιωαννίνων, στις 12.05.1996 που ιερουργήθηκε και ως θρησκευτικός στις 07.12.1997, στο Τσεπέλοβο, με χριστιανικό όνομα της συζύγου ..., από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, τον ... και τον ..., που γεννήθηκαν στα Ιωάννινα στις 19.04.1999 και στις 23-012001, αντίστοιχα. Η διάδικος ...., που είναι Αλβανικής καταγωγής, έχει και ένα αγόρι που γεννήθηκε το έτος 1991 από προηγούμενο γάμο που είχε τελέσει στην Αλβανία με Αλβανό υπήκοο, ο οποίος λύθηκε αμετάκλητα με την από 01.06.1993 απόφαση του Δικαστηρίου του Νομού Αυλώνας Αλβανίας, με την οποία (απόφαση) είχε ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου στον πατέρα του. Το γεγονός αυτό γνώριζε ο διάδικος ... από τον χρόνο ακόμη γνωριμίας του με τη σύζυγοότου. Οι διάδικοι, μετά το γάμο τους εγκαταστάθηκαν σε διώροφη οικία στο Τσεπέλοβο που ανήκε στη μητέρα του ... και μετά το θάνατο της τελευταίας περιήλθε με βάση τους κανόνες της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής στον τελευταίο σε ποσοστό 3/4 εξ αδιαιρέτου και στον πατέρα αυτού και μάρτυρα της ενάγουσας ..., σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου. Ο διάδικος ... διατηρούσε σε ακίνητο ιδιοκτησίας του ξενώνα στο Τσεπέλοβο, κατά τη διάρκεια δε της έγγαμης συμβίωσης με κοινή εργασία των διαδίκων συζυγών ανεγέρθηκε στο ίδιο ακίνητο και δεύτερος ξενώνας, τον οποίο εκυεταλλεύεται, όπως και τον πρώτο, ο τελευταίος. Η συζυγική σχέση τα τελευταία έτη της έγγαμης συμβίωσης και δη από το έτος 2005 και εφεξής δεν ήταν αρμονική, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται έριδες και διαφωνίες μεταξύ των συζύγων, οι οποίες προέρχονταν από την διαφορετική εκτίμηση που είχαν οι δύο γονείς ως προς την αρνητική συμπεριφορά την οποία επεδείκνυε κυρίως ο γιος τους ... Πιο συγκεκριμένα η μητέρα αντιμετώπιζε την συμπεριφορά του παιδιού με τιμωρίες, ενώ ο πατέρας με συμβουλές και νουθεσίες. Ενόψει των παραπάνω προβλημάτων η μητέρα ήθελε να αναλάβει την επιμέλεια των παιδιών, με αποτέλεσμα η τελευταία να άσκησε» κατ' αυτού την από 30-5-07 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η 2328/31-7-2007 απόφαση του Μον.Πρωτ. Ιωαννίνων, με την οποία ανατέθηκε στην καθής - (τότε αιτούσα) προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων, υποχρεώθηκε δε ο αιτών, (τότε καθού) να καταβάλει ως διατροφή για την ίδια το ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως και ως διατροφή για το καθένα από τα ανήλικα το ποσό των 200 ευρώ. Τέλος με την ίδια απόφαση διατάχθηκε η προσωρινή μετοίκηση του αιτούντος από τη συζυγική οικία. Με βάση την απόφαση αυτή η καθής παρέμεινε στη συζυγική οικία στο Τσεπέλοβο Ιωαννίνων μαζί με τα ανήλικα τέκνα της, ασκώντας επ' αυτών την επιμέλεια του προσώπου τους, πλην όμως τα ανήλικα εξακολουθούσαν να βρίσκονται τον περισσότερο χρόνο με τον πατέρα τους. Συγκεκριμένα στα πλαίσια της επικοινωνίας τους με τον εναγόμενο, τα ανήλικα αρνούνταν να επιστρέψουν στη μητέρα τους, καθώς αισθάνονταν μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια κοντά στον πατέρα τους. Η μητέρα των ανηλίκων ευρισκόμενη σε αδυναμία να άσκησα αποτελεσματικά τα καθήκοντα της επιμέλειας των ανηλίκων και στην προσπάθεια της να τους επιβληθεί, συχνά λάμβανε ανεπίτρεπτα σωφρονιστικά μέτρα που έθιγαν την αξιοπρέπεια τους, δηλαδή μέτρα όχι παιδαγωγικά αναγκαία, κατά παράβαση του άρθρου 1518 παρ 2 εδ. β’ ΑΚ. Ειδικότερα προέβαινε συχνά στη σωματική κακομεταχείρισή τους, χτυπώντας αυτά στο κεφάλι και στα χέρια ή σε άλλα μέρη του σώματός τους προκειμένου να τα συνετίσει, με αποτέλεσμα αυτά να αντιδρούν καταφεύγοντας στον πατέρα τους για να εκφράσουν τη δυσαρέσκεια τους και για να τα προστατεύσει. Τέτοια περιστατικά συνέβησαν στις 16-9-07, στις 19-9-07, στις 24-9-07 και στις 3-10-07, με αποτέλεσμα ο πατέρας τους, στον οποίο κατέφυγαν τα ανήλικα για να διαμαρτυρηθούν, να καταγγείλει τα περιστατικά αυτά στην Αστυνομία (βλ. τα αντίστοιχα με τις ανωτέρω ημερομηνίες αντίγραφα από το βιβλίο συμβάντων του Αστυνομικού Τμήματος Κήπων Ιωαννίνων). Η μητέρα των ανηλίκων δεν παρείχε καμία εξήγηση για τα περιστατικά αυτά, τα οποία συλλήβδην αρνείται. Πρέπει δε να σημειωθεί, ότι και πριν ακόμη από την έκδοση της πιο πάνω απόφασης, κατά το χρόνο δηλαδή που την επιμέλεια των ανηλίκων την είχε η μητέρα τους, τα ανήλικα στα πλαίσια άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας με τον πατέρα τους, διέμεναν για μεγάλα χρονικά διαστήματα με τον τελευταίο. Μάλιστα δε η μητέρα των ανηλίκων κατεμήνυσε επανειλημμένως το σύζυγο της για παράβαση του άρθρου 232 Α’ ΠΚ, ήτοι για μη συμμόρφωση του στις διατάξεις της άνω 2328/2007 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, που της είχε αναθέσει προσωρινά την άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων (βλ. τρία σχετικά «(λητήρια θεσπίσματα που εκδόθηκαν σε βάρος του πατέρα των ανηλίκων).Για τις ως άνω κατηγορίες αθωώθηκε, όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα Επίσης η μητέρα των ανηλίκων, με σκοπό να μεταβεί στην Αθήνα για τις διακοπές του Πάσχα και αδιαφορώντας για τις σχολικές υποχρεώσεις και δραστηριότητες των ανηλίκων, στις 17-4-2008 πήρε τα ανήλικα από το σχολείο τους στο Τσεπέλοβο, πριν ακόμα τελειώσει το μάθημα της ημέρας εκείνης, προβάλλοντας στο δάσκαλό τους τη δικαιολογία, ότι έχει επείγουσα εργασία στην πόλη των Ιωαννίνων. Μετέβη δε στη συνέχεια στην Λυκόβρυση Αθηνών μαζί με τα ανήλικα τέκνα της, στην οικία όπου κατοικεί η αδελφή της η οποία θα την φιλοξενούσε, χωρίς μάλιστα να ενημερώσει τον σύζυγό της, με αποτέλεσμα αυτά να χάσουν το μάθημα και της επομένης ημέρας, δεδομένου ότι το σχολείο τους έκλεινε στις 18-4-08, αλλά και τις σχολικές εργασίες που θα τους έδινε ο δάσκαλός τους για τις διακοπές. Το βράδυ επίσης της 18-4-08, η τελευταία επικοινώνησε τηλεφωνικά με το δάσκαλο τους και τον ενημέρωσε ότι τα παιδιά θα έλειπαν από το σχολείο επί πλέον και κάποιες ημέρες μετά το Πάσχα. Ο εναγόμενος, όταν πληροφορήθηκε τα παραπάνω μετέβη συνοδευόμενος από το μάρτυρά του (...), στην κατοικία της αδελφής της συζύγου του, στη Λυκόβρυση Αθηνών στις 30.04.2008 και βρήκε τον ανήλικο γιο του ..., κλειδωμένο μέσα στο σπίτι. Όταν τον ξεκλείδωσαν ο τελευταίος πήρε τα πράγματά του και παρά τις προσπάθειες του πατέρα του να μείνουν με την μητέρα τους τα παιδιά συνέχισαν να αρνούνται να παραμείνουν, οπότε ο πατέρας τους τα πήρε και πήγε στην Αθήνα με σκοπό να τα επιστρέψει στη μητέρα το πρωί. Όμως η μητέρα των ανηλίκων υπέβαλε μήνυση κατά του συζύγου της και του ... για αρπαγή ανηλίκων. Ο Διοικητής του παραπάνω Α.Τ. Πεύκης προσπάθησε να πείσει αρχικά τα παιδιά να παραμείνουν με την μητέρα τους και όταν αυτά αρνήθηκαν προσπάθησε να πείσει την μητέρα να αφήσει τα παιδιά στον πατέρα τους, πλην όμως η μητέρα δήλωσε ότι προτιμά να πάνε σε ίδρυμα, παρά να παραμείνουν με τον πατέρα τους. Όπως προκύπτει από το διαβιβαστικό προς την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών με αριθμό 1020/1914/2-δ του Τμήματος Ασφαλείας Πεύκης, στο οποίο αναφέρεται επί λέξει «προσερχόμενα τα ανήλικα στο Τμήμα εξεδήλωσαν επιθετική συμπεριφορά προς την μητέρα τους αρνούμενα να την ακολουθήσουν και ως εκ τούτου κατόπιν συνεννοήσεως με την κυρία Εισαγγελέα Ανηλίκων με σκοπό την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας των ανηλίκων οδηγήθηκαν στο Νοσοκομείο Παίδων Αγία Σοφία yra παιδοψυχιατρική εξέταση». Το παραπάνω παραπεμπτικό στάλθηκε δυνάμει της από 5-5-2008 προφορικής εντολής της Εισαγγελέα Ανηλίκων Μ..., η οποία εφαρμόζοντας το άρθρο 1532 ΑΚ διέταξε να φιλοξενηθούν τα παιδιά στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων Αγία Σοφία. Αποδείχθηκε ακόμη ότι οι ... και ... αθωώθηκαν με την 12336/2008 απόφαση του Β' Αυτοφώρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών των κατηγοριών περί αρπαγής ανηλίκων μη συμπληρωσάντων τα 14 έτη από ανιόντα και της απλής συνέργειας σε αυτήν για την οποία κατηγορούνταν. Με την από 15.05.2008 προσωρινή διαταγή του Δικαστή τουΜσν.Πρωτ.Ιωαννίνων, που εκδόθηκε κατά την κατάθεση της προαναφερθείσας 1201/2008 αιτήσεως του πατέρα των ανηλίκων -επί της οποίας εκδόθηκε η πιο πάνω 2.015/2008 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου- διατάχθηκε η επιστροφή των παιδιών, μετά την έξοδο τους από το Νοσοκομείο Παίδων στο Τσεπέλοβο Ιωαννίνων. Έκτοτε, δηλαδή μετά την επιστροφή τους από το Νοσοκομείο Παίδων τον Μάιο του έτους 2008, ουσιαστικά τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων διέμεναν μόνιμα πλέον μαζί με τον πατέρα τους στον έναν από τους προαναφερόμενους ξενώνες που αυτός διατηρεί. Τα παραπάνω περιστατικά, τα οποία προκάλεσε η μητέρα των ανηλίκων συνιστούν καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος της επιμέλειας εκ μέρους της, κατά την έννοια του άρθρου 1532 παρ. 1 ΑΚ και αποδεικνύουν σε συνδυασμό και με τα πιο πάνω περιστατικά των χειροδικιών σε βάρος των ανηλίκων, την αδυναμία της να ανταποκριθεί με επάρκεια στις υποχρεώσεις της ως μητέρας. Περαιτέρω από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο πατέρας των ανηλίκων, όσο τα ανήλικα βρίσκονται μαζί του, τους παρέχει όλες εκείνες τις υπηρεσίες που χρειάζονται για μία ήσυχη και επιμελημένη διαβίωση στην οικία του. Τα βοηθά στα μαθήματα τους και επιβλέπει τις επιδόσεις τους στο σχολείο, ενώ παράλληλα τα καθοδηγεί και σε συνήθειες που έχουν σχέση με τη φύση και το περιβάλλον, όπως σε πεζοπορίες στο βουνό και σε σπορ σε ποτάμια της περιοχής. Τα ανήλικα αισθάνονται κοντά του την ασφάλεια και τη σιγουριά που πρέπει να νοιώθουν τα παιδιά της ηλικίας τους και επιθυμούν για το λόγο αυτό να βρίσκονται μαζί του. Μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, στον πατέρα τους απευθύνονται, όταν η μητέρα τους τα κακομεταχειρίζεται, αρνούμενα να επιστρέψουν στη συνέχεια σ' αυτήν. ,

Αντίθετα, η μητέρα των ανηλίκων, που είχε από της γεννήσεώς τους κατά το μέγιστο μέρος την ευθύνη της φροντίδας και ανατροφής τους, δεν ανταπεξήλθε επαρκώς στα καθήκοντα αυτά, δεν προσπάθησε να αναπτύξει εποικοδομητικά και με δημιουργικό τρόπο την προσωπικότητα τους, δεν παρέσχε στα ανήλικα τέκνα της το απαιτούμενο οικογενειακό περιβάλλον για την ψυχική τους ισορροπία, την ολοκληρωμένη και υγιή ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας τους, δεν εξασφάλισε τις κατάλληλες συνθήκες προσαρμογής στις νέες περιστάσεις, τα δε ανήλικα τέκνα της δεν αισθάνονται ότι βρήκαν στο πρόσωπο της μητέρας τους το στήριγμα της ζωής που επιζητούν τα ανήλικα τέκνα. Πέραν δε τούτων προέκυψε, ότι η μητέρα των ανηλίκων καλλιέργησε αισθήματα αντιπάθειας αυτών προς τον πατέρα τους και προσπάθησε να τα αποξενώσει απ' αυτόν.  Τα ανήλικα τέκνα έχουν προσαρμοστεί πλήρως στο σχολικό τους περιβάλλον  και έχουν αναπτύξει φιλικές σχέσεις με τους συμμαθητές τους, ενώ μεταξύ τους συνδέονται με ιδιαίτερο δεσμό αγάπης. Ενόψει όλων των ανωτέρω και με αποκλειστικό γνώμονα το πραγματικό συμφέρον των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η επιμέλεια αυτών πρέπει νοι ανατεθεί στον πατέρα τους, ο οποίος με επιτυχία θα ανταπεξέλθει στα πρόσθετα καθήκοντα και την αυξημένη ευθύνη της αντιμετωπίσεως των ειδικών περιστάσεων. Η κρίση αυτή δεν αναιρείται από τα επικαλούμενα από την μητέρα των ανηλίκων περιστατικά. Πιο συγκεκριμένα, κατέθεσαν υπέρ της ενάγουσας οι μάρτυρες ... - πατέρας του διαδίκου ..., ο οποίος ζεί στην ίδια οικία με την με την ενάγουσα και του οποίου η κατάθεση δεν κρίνεται πειστική, αφού αυτός ως πατέρας του διαδίκου ... έπρεπε να προσπαθεί να ηρεμήσει τους διαδίκους και να μην σπεύδει να πάρει το μέρος κανενός. Επίσης δεν κρίνονται πειστικές  οι καταθέσεις της ..., που περιέχονται στην με αριθμό 731/2008 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Βόλου η οποία, η οποία είναι μεν εξαδέλφη του διαδίκου ..., πλην όμως δεν έχει άμεση αντίληψη αφού λείπει από το Τσεπέλοβο μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως και η μαρτυρία του ..., αφού η καταθέσεις τους δεν παρέχουν την προσήκουσα στο Δικαστήριο πίστη περί της αληθείας αυτών, αφού στην προσπάθεια τους να εναρμονιστούν με τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, περιπίπτουν σε αντιθέσεις και αντιφάσεις προς ασφαλή στοιχεία, και διαψεύδονται σε όσα αναφέρονται για τη συμπεριφορά του εκκαλούντος προς τα τέκνα του.


Από την επικοινωνία που είχε στις 2-3-2011, το Δικαστήριο με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων ... και ..., κατά το άρθρο 1511 εδ. γ ΑΚ, κατά την επανάληψη της συζήτησης που διατάχθηκε με την 105/2010 απόφαση του δικαστηρίου τούτου, προκειμένου να τηρηθεί η απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς σχετικά με την ανάθεση της οριστικής επιμέλειας των ανηλίκων στον ενάγοντα πατέρα τους, για να ληφθεί υπόψη και η γνώμη αυτών ως προς το άνω θέμα, δεν υπήρξε συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς. Επίσης δεν διαπιστώθηκε ότι τα τέκνα έχουν περιαχθεί σε στάση αρνήσεως ή αντιπάθειας έναντι της μητέρας τους. Η μη εκδηλωτική στάση τούτων προς την μητέρα τους, και η επιφυλακτικότητα που εμφανίζουν, οφείλεται σε αισθήματα ανασφάλειας και φόβου και τον κλονισμό της εμπιστοσύνης που τους έχουν δημιουργηθεί από τη δική τηςπροπεριγραφόμενη συμπεριφορά και όχι σε επηρεασμό ή σε πίεση από τον πατέρα τους ή το πατρικό οικογενειακό περιβάλλον. Τα ανήλικα τέκνα είναι σε θέση να εκφράσουν με ελεύθερο και ώριμο για την ηλικία τους τρόπο και αβίαστα τις καταστάσεις που υπάρχουν στη μνήμη τους, σχετικά με όσα συνέβαιναν στην οικογενειακή ζωή και τα πραγματικά αίτια που επηρεάζουν την ψυχοσωματική τους ανάπτυξη. Αμφότερα τα ανήλικα έχουν την απαιτούμενη προς τούτο ωριμότητα. Ο ανήλικος ... έχει ολοκληρωμένη την ψυχοπνευματική του ανάπτυξη και διαμορφωμένη την προσωπικότητά του, δεν υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές του πατέρας του και των άλλων οικείων του, ώστε να οδηγηθεί στο σχηματισμό μονομερούς διαμορφώσεως και προτιμήσεως προς τον ένα από τους γονείς. Σύμφωνα δε με αυτά, τα ανήλικα τέκνα μπορούν να διατυπώσουν αξιόπιστο λόγο ως προς το πραγματικό και αντικειμενικό τους συμφέρον για το με ποιον από τους δύο γονείς τους προτιμούν να διαμένουν, ικανότητα την οποία φάνηκε να διαθέτουν σε ικανοποιητικό βαθμό, ιδιαίτερα ο μεγαλύτερος γιος ...  ηλικίας δώδεκα ετών, εκφράσθηκε με ώριμο για την ηλικία του και συγκροτημένο τρόπο υπέρ της απόψεως της παραμονής του ίδιου και του μικρότερου αδελφού του ... ηλικίας δέκα ετών με τον πατέρα του. Την ίδια γνώμη εξέφρασε και ο μικρότερος Ε., ο οποίος αισθάνεται ιδιαίτερο δεσμό και με τον αδελφό του και θεωρεί αυτονόητο ότι θα διαμένει όχι μόνο με τον πατέρα του αλλά και με τον αδελφό του. Για την κρίση του Δικαστηρίου ως προς τον προσδιορισμό του συμφέροντος των ανηλίκων τέκνων, δεν ήταν αναγκαίο, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, να διαταχθεί ψυχιατρική έκθεση, όπως ο εκκαλών αναφέρει με σχετικό λόγο της έφεσης του, ενόψει των αναφερομένων ισχυρισμών στην αγωγή της ενάγουσας, ότι τα ανήλικα τέκνα ήσαν εξαγριωμένα έναντι αυτής και των συγχωριανών της και επομένως τα ανήλικα είχαν ψυχικά προβλήματα. Ο διάδικος ... προσκομίζει και επικαλείται την από 18-11-2009 έκθεση κοινωνικής έρευνας για τις συνθήκες διαβίωσης των παραπάνω ανηλίκων τέκνων, η οποία διενεργήθηκε κατόπιν της αίτησης του διαδίκου ...  και την με αριθμό πρωτ. 4181 α/2-11-2009 εισαγγελική παραγγελία, Στην έκθεση αυτή που διενεργήθηκε από την επιμελήτρια ανηλίκων ..., αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι από τους ελέγχους που επέδειξε ο πατέρας τους η επίδοσή τους είναι αρκετά καλή και η φοίτησή τους τακτική χωρίς απουσίες. Δεν παρατήρησε σημάδια παραμέλησης και δεν έχουν απασχολήσει με παραβατική συμπεριφορά το Δικαστήριο Ανηλίκων Ιωαννίνων. Ωστόσο οι ανήλικοι υφίστανται τις επιπτώσεις την έντονης διαμάχης των γονέων για την διεκδίκησή τους. Τελειώνοντας η παραπάνω επιμελήτρια αναφέρει ότι με όποιο γονέα ζήσουν οι ανήλικοι στο μέλλον έχουν ανάγκη και τη στοργή της μητέρας και οι γονείς οφείλουν να συνεργασθούν για την ψυχική ισορροπία των παιδιών τους. Με βάση τα παραπάνω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση αυτού, σε διαφορετική κρίση κατέληξε με εκτίμηση των αποδείξεων που προσκομίστηκαν και ανέθεσε την επιμέλεια των δύο ανηλίκων τέκνων των διαδίκων στη μητέρα τους, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις, οι δε σχετικοί λόγοι της έφεσης, με τους οποίους ο εκκαλών αιτιάται για σφάλμα της εκκαλουμένης ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων είναι ουσιαστικά βάσιμος.


Μετά ταύτα, ενόψει του ότι δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι των εφέσεων προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει δεκτή ως βάσιμη και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της και κατά το μη θιγέν μέρος αυτής, χάριν της ενότητας της εκτελέσεως εν ευρεία έννοια, ώστε να εκδοθεί ενιαία απόφαση, στην οποία περιλαμβάνονται όσα κεφάλαια της προσβαλλομένης αποφάσεως παρέμειναν αλώβητα και όσα έχουν μεταρρυθμισθεί στην παρούσα κατ' έφεση δίκη. Στη συνέχεια, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και δικαστεί εκ νέου η αγωγή του διαδίκου ... (άρθρο 535 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), η οποία είναι νόμιμη, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή ως ουσία βάσιμη και να ανατεθεί οριστικά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων ... και ... στον ενάγοντα πατέρα τους.


Εξάλλου, εφόσον εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη απόφαση, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 535 παρ. 1, 176, 178, 183,1 89 παρ. 1 περ. γ' και 191 Κ.Πολ.Δικ. και 100 επ. του Κώδικα Δικηνόρων (Ν. 3026/1954). Πρέπει επομένως να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων (άρθρο 179 ΚΠολΔ), αφού πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε συζύγους.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ'αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ' ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την με αριθμό 204/2009 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί των με αριθ. έκθ.κατάθ. 977/21-8-2007 και 592/20-5-2008 αγωγών.

Απορρίπτει την από 21-8-2007 με αριθ.κατάθ. 977/2007 αγωγή της ...   

Δέχεται εν μέρει την από 20-5-2008 αγωγή με αριθμό κατάθ. 592/2008 του ...

Αναθέτει οριστικά την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων ... και ... στον ενάγοντα ...

Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στα Ιωάννινα στις 4 Απριλίου 2011, δημοσιεύτηκε δε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30 Μαΐου 2011, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.


Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 6397/2006 
(Βλ. παρατηρήσεις Ι. Κ. Δεμερτζή, ΔΙΚΗ 2007, σελ. 281 και παρατηρήσεις ΙΙ. Κ. Μπέη, ΔΙΚΗ 2007, σελ. 283). 
1. Σύμφωνα με το άρθρο 2 § 1 Σ, ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. Η εν λόγω διάταξη αποτελεί τη βασική κατεύθυνση ερμηνείας των διατάξεων που κατοχυρώνουν τα θεμελιώδη δικαιώματα (βλ. Belling/Ορφανίδης, Η δράση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο ιδιωτικό δίκαιο, ΝοΒ 53, 41). Η διάταξη δεν περιορίζει την υποχρέωση της Πολιτείας να σέβεται και να προστατεύει μόνο την αξιοπρέπεια του ενήλικου ανθρώπου, αλλά αναφέρεται ευρύτερα στον άνθρωπο. Συνεπώς εμπίπτει στη ρύθμισή της και ο ανήλικος άνθρωπος που είναι το παιδί.

2. Από τη διατύπωση της διάταξης προκύπτει ότι η Πολιτεία δεν αρκεί να σέβεται την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, αλλά και να την προστατεύει. Συνεπώς, για λόγους σεβασμού, το Κράτος δεν επιτρέπεται κατ` αρχήν να επεμβαίνει στην ιδιωτική σφαίρα του ανθρώπου, αλλά όταν αυτή πλήττεται, τότε έχει καθήκον προστασίας (βλ. Canaris, JuS 1989, 161, 163). Σε περιπτώσεις διακινδύνευσης ή επέμβασης στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου και δη του αντικειμενικά αδυνατότερου ανηλίκου ανθρώπου από πλευράς τρίτου ιδιώτη, το Κράτος πρέπει να προσφέρει επαρκή προστασία (βλ. Belling, ZfA, 1999, 547, 572, Canaris, AcP, 225 επ. 227).

3. Σύμφωνα με το άρθρο 21 § 1 Σ, η παιδική ηλικία τελεί υπό την προστασία του Κράτους. Υπό την ερμηνευτική κατεύθυνση του άρθρου 2 § 1 Σ προκύπτει ότι η εν λόγω διάταξη - ενταγμένη στο δεύτερο μέρος του Συντάγματος, στο κεφάλαιο "Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα" - συνιστά ειδική, ενδοσυνταγματική συγκεκριμενοποίηση της επιταγής του άρθρου 2 § 1 ως προς το παιδί.

4. Επομένως, από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει πως και ο ανήλικος άνθρωπος, ήτοι το παιδί, αποτελεί φορέα θεμελιωδών ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ότι το συμφέρον του παιδιού αποτελεί συνταγματική επιταγή και ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται υποθέσεων όπου ερευνητέο είναι η προστασία του παιδιού, πρέπει να κρίνει με βασικό κριτήριο το συμφέρον αυτού (BVerfGE [Ομοσπονδιακό Συνταγματικό δικαστήριο Γερμανίας], 24, 119, BVerfGE, 75, 201, BVerfGE, 37, 217, BVerfGE, 56, 363, BVerfGE, 68, 176, BVerfGE, 75, 201, BVerfGE, 55, 171, BVerfGE, 79, 51, BVerfGE, 2 BvR 1206/98, ΜΠΡ ΠΑΤΡ 554/2001, NoB/2001, 1478). To συμφέρον του παιδιού παραμένει το κυρίαρχο κριτήριο και στις περιπτώσεις σύγκρουσης του με το συμφέρον των γονέων ή ενός εξ αυτών (BVerfGE,, 2 BvR 1206/98).

5. Το συμφέρον του παιδιού αποτελεί το κυρίαρχο κριτήριο κατά το σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης και κατά το Κοινοτικό Δίκαιο (ΔΕΚ C - 540/2003, Απόφαση της 27.6.2006). Συνεπώς, εν προκειμένω, δεν γεννάται ζήτημα σύγκρουσης μεταξύ κοινοτικής και εθνικής έννομης τάξης, αλλά καθίσταται δυνατή η παράλληλη εφαρμογή αμφοτέρων.

6. Εφόσον το παιδί είναι φορέας θεμελιωδών δικαιωμάτων, έχει δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του (άρθρο 5 § 1 Σ). Το κατά πόσο το παιδί είναι σε θέση να κρίνει πραγματικά σε τι συνίσταται η ελευθερία του να αποφασίζει για τον εαυτό του, επειδή αντικειμενικά ως ανήλικος άνθρωπος δεν διαθέτει την εμπειρία του ενήλικου ανθρώπου, αποτελεί ερευνητέο ζήτημα του δικαστηρίου. Πάντως, αφ ης στιγμής το παιδί είναι φορέας θεμελιωδών δικαιωμάτων, δηλαδή δικαιωμάτων κατοχυρωμένων από το Θεμελιώδη Νόμο του Κράτους, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το δικαστήριο υποχρεούται να το ακούσει κατ` ιδίαν -εφόσον η ηλικία και η υγεία του παιδιού το επιτρέπουν - και ότι η διακριτική ευχέρεια που του παρέχει ο κοινός νόμος να το ακούσει ή όχι, δεν είναι κοινοτικά και συνταγματικά επιτρεπτή.

7. Εκ του γεγονότος ότι το παιδί είναι φορέας θεμελιωδών δικαιωμάτων, έχει δικαίωμα στην παροχή εννόμου προστασίας και ακροάσεως (άρθρο 20 § 1 Σ). Επομένως, υπό την επιφύλαξη ότι τούτο το επιτρέπει η ηλικία του και η υγεία του, το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο αυτεπαγγέλτως να το ακούσει.

8. Από το σύνολο των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι το δικαστήριο υποχρεούται να κρίνει με βάση την διαπίστωση του πραγματικού συμφέροντος του παιδιού, είτε κρίνει οριστικά επί υποθέσεως που το αφορά, είτε προσωρινά, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

9. Συμφέρον του παιδιού σημαίνει το δικαίωμα αυτού στην προώθηση της ανάπτυξής του και στην ανατροφή του, κατά τέτοιο τρόπο, ούτως ώστε να καταστεί αυθύπαρκτα υπεύθυνη προσωπικότητα, ικανή να ζήσει στην κοινωνία. Προς σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης ότι στην εκάστοτε υπό κρίση υπόθεση ο ορισμός αυτός θα υλοποιηθεί, πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν η προσωπικότητα των γονέων και η ικανότητα τους να αναθρέψουν το παιδί, η ετοιμότητα τους να αναλάβουν ευθύνες σε σχέση με το παιδί και η δυνατότητα τους να το στεγάσουν και να μεριμνούν για αυτό. Ουσιώδες κριτήριο αποτελούν και οι συναισθηματικοί δεσμοί του παιδιού προς τους γονείς και άλλα πρόσωπα (OLG Koln [εφετείο Κολωνίας], 18.6.1999, 25 UF 236/98, Staud. - Gopinger, § 1666 BGB, Rdn. 235, Palandt, BGB; 33 Aufl.,§ 1671, Anm. 3).

10. Το δικαίωμα του παιδιού σε έννομη προστασία της αξιοπρέπειάς του και της προσωπικότητάς του, υπόκειται στην έρευνα του 281 ΑΚ. Δεν αποκλείεται η επίκλησή του να είναικαταχρηστική τόσο από τους γονείς του ή άλλα οικεία του πρόσωπα, όσο και από το ίδιο. Η πιθανότητα αυτή εντείνει την υποχρέωση του δικαστηρίου να καλέσει το παιδί σε ιδιαίτερη ακρόαση, προκειμένου, σε συνδυασμό με όλα τα λοιπά στοιχεία της υπόθεσης, να έχει την κατά το δυνατόν αμεσότερη αντίληψη περί του τρόπου σκέπτεσθαι και ενεργείν αυτού.

11. Οι διατάξεις των άρθρων 1532 ΑΚ, περί κακής άσκησης του γονικού λειτουργήματος και 1536 ΑΚ, περί μεταβολής των συνθηκών, είναι συμβατές με το κοινοτικό και συνταγματικό δίκαιο, διότι αποτελούν συγκεκριμενοποίηση της επιταγής περί συμφέροντος του παιδιού. Ιδιαίτερα η πρόβλεψη μεταβολής των συνθηκών αποτελεί νομοθετική πρόβλεψη περί πραγματικής μεταβολής του συμφέροντος του παιδιού, ήτοι εμφάνισης συνθηκών που ανατρέπουν ή θέτουν σε κίνδυνο το συμφέρον του παιδιού, όπως αυτό ως άνω ορίζεται (σκέψη 9 παρούσας) και δυνατότητα αποκατάστασης αυτού ή αποτροπής του κινδύνου ανατροπής του.

12. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών ζητεί να του ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του, μέχρι τελεσιδίκου εκδικάσεως σχετικής εφέσεως, επικαλούμενος σεξουαλική παρενόχλησή του από τον πατριό του, νυν σύζυγο της μητέρας και καθής και, να ρυθμισθεί ως κατοικία του τέκνου προσωρινά η δική του κατοικία, να απαγορευθεί η επιστροφή του τέκνου του στην μητέρα του και να απαγορευθεί προσωρινά η επικοινωνία του τέκνου μετά του πατριού του. Ζητεί τέλος να καταδικασθεί η καθής στην δικαστική του δαπάνη.

13. Με τον ισχυρισμό περί σεξουαλικής παρενόχλησης ο αιτών επικαλείται και ζητεί προσωρινή αποτροπή επικείμενου κινδύνου. Συνεπώς το αίτημα του εμπίπτει στη ρύθμιση του άρθρου 682 ΚΠολΔ. Το παρόν δικαστήριο, ως μονομελές, είναι αρμόδιο καθ` ύλην για την εκδίκαση της υπόθεσης (άρθρο 683 § 1 ΚΠολΔ). Επίσης, είναι αρμόδιο και κατά τόπω, διότι ο τόπος εκτέλεσης των ασφαλιστικών μέτρων προκύπτει από την αίτηση ότι ζητείται να είναι ο τόπος της μόνιμης κατοικίας του αιτούντος (ΜΠρ Τρικλ, 687/2003, ΝΟΜΟΣ, 1). Επομένως, με αυτό το αίτημα και περιεχόμενο ορθώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, δικάζοντος κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 683 - 738 ΚΠολΔ).

14. Η υπό κρίση αίτηση είναι ορισμένη, διότι εμπεριέχει παν ό,τι απαιτείται ως προς το περιεχόμενό της από το άρθρο 688 ΚΠολΔ.

15. Η υπό κρίση αίτηση είναι νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 2 § 1, 21 § 1, 5 § 1, 20 § 1 Σ, 1532, 1536 ΑΚ και 682 και 176 ΚΠολΔ.

16. Ως προς τα πραγματικά περιστατικά, από όλα τα έγγραφα που επικαλέσθηκαν και προσεκόμισαν αμφότεροι οι διάδικοι, τα οποία εκτιμήθηκαν έκαστο ιδιαιτέρως και σε συνδυασμό μεταξύ τους, τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, τις μαρτυρικές καταθέσεις ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, εκ των οποίων η κατάθεση του μάρτυρος του αιτούντος ήταν ένορκη, η δε κατάθεση του μάρτυρος της καθής ήταν ανωμοτί, καθόσον ο κληθείς υπ` αυτής μάρτυς είναι ο πατριός του ανηλίκου τέκνου, σε βάρος του οποίου προβάλλεται ο ισχυρισμός περί σεξουαλικής παρενόχλησης, οι οποίες μαρτυρικές καταθέσεις εκτιμήθηκαν εκάστη ξεχωριστά και σε συνδυασμό προς αλλήλους και με όλα τα έγγραφα που επικαλέσθηκαν και προσεκόμισαν αμφότεροι οι διάδικοι, καθώς και από την ακρόαση του ανηλίκου τέκνου, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Η Α.Κ. είναι έντεκα (11) ετών και κοινό τέκνο του αιτούντος και της καθής. Οι γονείς της και διάδικοι έχουν μεταξύ τους διαζευχθεί. Η καθής έχει τελέσει γάμο με τον μάρτυρα στην παρούσα δίκη Χ.Λ. Με την 920/2005 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου η επιμέλεια του ως άνω τέκνου, ανετέθη αποκλειστικά στην μητέρα του και καθής Ε.Α.. Η ανωτέρω απόφαση έχει εφεσιβληθεί από τον αιτούντα και η συζήτηση της εφέσεως, ήτοι η κυρία δίκη, έχει προσδιοριστεί ενώπιον του εφετείου Αθηνών για τις 26.10.2006.

17. Κατά μήνα Αύγουστο του έτους 2005 η ανήλικη Α.Κ. ευρίσκετο μετά του αιτούντος πατρός της, στα πλαίσια της μεταξύ τους επικοινωνίας. Οταν η ανήλικη έπρεπε να επιστρέψει στην καθής μητέρα της, μόνιμο κάτοικο Θεσσαλονίκης, αρνήθηκε να επιστρέψει και εκμυστηρεύθηκε στον πατέρα της ότι την παρενοχλεί σεξουαλικά ο πατριός της Χ.Λ. Λόγω αυτής της εκμυστήρευσης και επειδή αυτή ήταν η πραγματική βούληση της ανήλικης, ο πατέρας της αιτών δεν την επέστρεψε στην μητέρα της.

18. Η σεξουαλική παρενόχληση της ανήλικης από τον πατριό της πιθανολογείται ότι συνέβη και ότι δεν αποτελεί αποκύημα της φαντασίας της, ούτε προϊόν επίδρασης του πατρός της αιτούντος λόγω της μακράς δικαστικής αντιδικίας του μετά της μητρός της κυρίως βάσει της από 4.3.2006 κατάθεσης της στην Αστυνομία. Από την κατάθεση αυτή προκύπτει ότι η ανήλικη καταγγέλλει ότι ο πατριός της την θώπευε στην περιφέρεια, στο στήθος και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, ότι τούτο το έπραττε στο σαλόνι της οικίας της μητέρας της και άλλοτε στο δωμάτιο της (της ανήλικης), καθώς και στο μπάνιο, όταν χτενιζόταν ή όταν έπαιρνε το λουτρό της. Καταθέτει, ωστόσο, ότι ο πατριός της ποτέ δεν την φίλησε, ούτε ζήτησε ποτέ να τον φιλήσει. Καταθέτει επίσης ότι ποτέ δεν της ζήτησε να της βγάλει τα ρούχα. Επομένως πιθανολογείται ότι εάν η σεξουαλική παρενόχληση ήταν αποκύημα της φαντασίας της ή προϊόν επίδρασης του πατρός της αιτούντος, η σχετική καταγγελία δεν θα χαρακτηρίζετο από τις ανωτέρω διακρίσεις συμπεριφοράς του πατριού της. Στην αυτή δε καταγγελία, με αυτές ακριβώς τις διακρίσεις, προέβη η ανήλικη και στην κατ` ιδίαν ακρόαση της από το παρόν δικαστήριο, η οποία έλαβε χώρα στις 27.8.2006, στις εγκαταστάσεις αυτού.

19. Η πιθανολόγηση της σεξουαλικής παρενόχλησης με αυτές τις διακρίσεις οδηγεί στην πιθανολόγηση ότι η μητέρα της ανήλικης και καθής γνώριζε τα πραττόμενα υπό του πατριού της θυγατέρας της και νυν συζύγου της, αλλά δεν εναντιώνετο, ότι τη χτυπούσε και ότι την υποχρέωνε να χορεύει γυμνή σε άνδρες που έφερνε στην οικία της και ότι πήγαινε να κάνει έρωτα, γνωστοποιώντας αυτό στην ανήλικη θυγατέρα της.

20. Τα ανωτέρω οδηγούν στην πιθανολόγηση ότι είναι αληθές αυτό που η ανήλικη κατέθεσε στην κατ` ιδίαν εξέταση της ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, ότι δηλαδή, κατά την κατάθεση της ως άνω στην Αστυνομία, αναφερόμενη στην μητέρα της, δεν την αποκαλούσε "μητέρα", αλλά "Α." και ότι για αυτό τον λόγο κατεγράφησαν οι σχετικές αναφορές με το επώνυμο της μητέρας και όχι από πρωτοβουλία του εξετάσαντος αστυνομικού.

21. Η καθής και μητέρα της ανήλικης επικαλείται και προσκομίζει αφιέρωση της ανήλικης θυγατέρας της προς αυτήν, σε φύλλο χαρτιού, όπου αποτυπώνονται δύο καρδιές και οι φράσεις "ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΟ ΩΡΑΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ", "Θέλω να σου ευχηθώ χρόνια πολλά. Να έχεις πάντα πόθο και να πιστεύεις, Να ξέρεις ότι εγώ είμαι δίπλα σου. Η Κ. σου" και "Χρόνια Πολλά με υγεία και ευτυχία. Η Κ. σου". Η αφιέρωση δεν φέρει ημερομηνία.

22. Στην κατ` ιδίαν ως άνω ακρόασή της υπό του παρόντος δικαστηρίου η ανήλικη ανεγνώρισε την αφιέρωση ως πραγματικά δική της και δήλωσε ότι την έκανε σε ηλικία περίπου πέντε (5) ετών, όταν ακόμη αισθανόταν συναισθηματικά δεμένη με την μητέρα της, σε χρόνο προγενέστερο της στάσης που κράτησε έναντι της σεξουαλικής παρενόχλησης που υπέστη. Εν όψει της όλης στάσης της ανήλικης (βλ. κυρίως σημείο 18 παρούσας) και ελλείψει ημερομηνίας, πιθανολογείται η ανωτέρω εξήγηση για την αφιέρωση ως αληθής.

23. Οι γονείς της ανήλικης έχουν μακρά δικαστική αντιδικία. Από τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα και αμφότεροι οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, καμμία δεν κρίνει επί ισχυρισμού περί σεξουαλικής παρενόχλησης. Συνεπώς, η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί μεταβολή συνθηκών από τότε που εξεδόθη η υπ` αριθμ. 920/2005 ως άνω απόφαση και το παρόν δικαστήριο οφείλει να προσαρμόσει το συμφέρον της ανήλικης προσωρινά στις νέες συνθήκες.

24. Στην προσαρμογή αυτή το παρόν δικαστήριο δεν δεσμεύεται από καμμία από τις εισαγγελικές διατάξεις που αμφότεροι οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε αυτές είναι υπέρ, είτε κατά των θέσεών τους, δεδομένου ότι την κυρίαρχη κρίση επί της υποθέσεως, έστω και σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων, την εκφράζει αποκλειστικά η Δικαστική και όχι η Εισαγγελική Αρχή.

25. Στην προσαρμογή αυτή το παρόν δικαστήριο δεν δεσμεύεται και από καμμία από τις δικαστικές αποφάσεις που αμφότεροι οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, ούτε και από την υπ` αριθμ. 920/2005, εφόσον καμμία δεν κρίνει επί ισχυρισμού περί σεξουαλικής παρενόχλησης. Ειδικότερα, όσον αφορά στην υπ` αριθμ. 1890/2006 απόφαση του εφετείου Αθηνών ουδεμία κρίση περί σεξουαλικής παρενόχλησης διατυπώνεται, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την καθής (βλ. σελ 5 σημειώματός της). Επίσης το παρόν δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την υπ` αριθμ. 8621/2005 απόφαση του ασφαλιστικών μέτρων, διότι απορρίπτει την αίτηση του αιτούντος ως αόριστη και συνεπώς δεν υπεισέρχεται σε κατ` ουσίαν κρίση του ισχυρισμού περί σεξουαλικής παρενοχλήσεως. Εξάλλου το παρόν δικαστήριο ούτε και από την υπ` αριθμ. 920/2005 απόφαση του δεσμεύεται παρά το ότι αναθέτει αποκλειστικά την επιμέλεια της ανήλικης στην νυν καθής μητέρα της, καθόσον διαπιστώνεται μεταβολή των συνθηκών, πληττουσών το κυρίαρχο κριτήριο της αδιάκριτης (είτε οριστικής, είτε προσωρινής) δικαστικής κρίσης, ήτοι το συμφέρον του παιδιού ως φορέως θεμελιωδών δικαιωμάτων. Συνεπώς άπασες οι σχετικές ενστάσεις της καθής είναι απορριπτέες ως νομικά αβάσιμες.

26. Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι ο συναισθηματικός δεσμός της ανήλικης με την μητέρα της καθής έχει διαρραγεί. Διατηρείται ο συναισθηματικός δεσμός με τον αιτούντα πατέρα της, παρά του οποίου νιώθει ασφαλής και ήρεμη και ο οποίος μεριμνά για την προετοιμασία της για τις προαγωγικές εξετάσεις για την έκτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου.

27. Μετά ταύτα και λαμβανομένου υπόψιν και του άρθρου 692 § 1 ΚΠολΔ η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια της ανήλικης Α.Κ. στον αιτούντα πατέρα της μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως αυτού κατά της υπ` αριθμ. 920/2005 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιορισθεί για τις 26.10.2006, να ορισθεί προσωρινά ως κατοικία αυτής η κατοικία του πατέρα της επί της οδού Π., στην περιοχή Ζωγράφου Αττικής, να απαγορευθεί προσωρινά η διαμονή της στην κατοικία της μητέρας της στη Θεσσαλονίκη μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως του αιτούντος, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιορισθεί για τις 26.10.2006, να επιτραπεί η μετάβαση της στη Θεσσαλονίκη υπό τη συνοδεία του πατέρα της αιτούντα, προκειμένου να υποβληθεί σε προαγωγικές εξετάσεις για την έκτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου, χωρίς να απαγορεύει την επικοινωνία της με την μητέρα της (άρθρο 692 § 2 ΚΠολΔ) και να απαγορευθεί προσωρινά η επικοινωνία της με τον πατριό της και νυν σύζυγο της μητέρας της καθής Χ.Λ. οπουδήποτε μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως αυτού, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιορισθεί για τις 26.10.2006. Τέλος, λόγω της ήττας της, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της καθής η δικαστική δαπάνη του αιτούντος (άρθρο 176 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

Για τους λόγους αυτούς, δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. Δέχεται την αίτηση ως νομικά και ουσιαστικά βάσιμη. Αναθέτει προσωρινά την επιμέλεια της ανήλικης Α.Κ. στον αιτούντα πατέρα της Ν.Κ. μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως αυτού κατά της υπ` αριθμ. 920/2005 αποφάσεως του μονομελούς πρωτοδικείου Αθηνών, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιοριστεί για τις 26.10.2006.

Ορίζει προσωρινά ως κατοικία της ανήλικης Α.Κ. την κατοικία του πατέρα της Ν.Κ. επί της οδού Π., στην περιοχή Ζωγράφου Αττικής.

Απαγορεύει προσωρινά την διαμονή της ανήλικης Α.Κ. στην κατοικία της μητέρας της Ε.Α. στη Θεσσαλονίκη μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως του αιτούντος κατά της υπ` αριθμ. 920/2005 αποφάσεως του μονομελούς πρωτοδικείου Αθηνών, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιοριστεί για τις 26.10.2006.

Επιτρέπει τη μετάβαση της ανήλικης Α.Κ. στη Θεσσαλονίκη υπό τη συνοδεία του πατέρα της αιτούντα Ν.Κ., προκειμένου να υποβληθεί σε προαγωγικές εξετάσεις για την έκτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου, χωρίς να απαγορεύει την επικοινωνία με την μητέρα της.

Απαγορεύει προσωρινά την επικοινωνία της ανήλικης Α.Κ. με τον πατριό της και νυν σύζυγο της μητέρα της καθής Χ.Λ. οπουδήποτε μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της εφέσεως αυτού κατά της υπ` αριθμ. 920/2005 αποφάσεως του μονομελούς πρωτοδικείου Αθηνών, της οποίας η συζήτηση έχει προσδιορισθεί για τις 26.10.2006.

Επιβάλλει σε βάρος της καθής η αίτηση τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος την οποία ορίζει σε τετρακόσια (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Αυγούστου 2006, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.


Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου 159/2002 
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510, 1511, 1512 και 1514 ΑΚ, όπως αυτά ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 17 του ν. 1329/1983, σαφώς συνάγεται ότι η γονική μέριμνα, στην οποία περιλαμβάνεται η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, η διοίκηση της περιουσίας αυτού και η αντιπροσώπευσή του, ασκείται από κοινού από τους γονείς του. Στις περιπτώσεις, όμως, διαζυγίου, ακυρώσεως γάμου ή διακοπής της συζυγικής συμβιώσεως, οπότε και ανατρέπονται οι συνθήκες ζωής της οικογενείας, καταργείται ο συζυγικός οίκος και δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς, ανακύπτει θέμα διαμονής του ανηλίκου τέκνου πλησίον του πατέρα ή της μητέρας του και ρυθμίσεως της ασκήσεως της γονικής μέριμνας υπό εκάστου των φορέων αυτής. Η ρύθμιση του άρθρου 1513 ΑΚ αναφέρεται στο ποιός θα ασκεί τη γονική μέριμνα στο σύνολό της ή έστω και σε μέρος της, που θα είναι όμως καθολικότερο, όπως λ.χ. ως προς την επιμέλεια του προσώπου ή τη διοίκηση της περιουσίας του παιδιού γενικά. Το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να ρυθμίζει πάντα την άσκηση όλης της γονικής μέριμνας, αλλά μπορεί να περιορίζεται στη ρύθμιση του μέρους εκείνου του περιεχομένου της, το οποίο αφορά το αίτημα των διαδίκων. Ως προς το υπόλοιπο περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, για το οποίο οι γονείς δεν προσφεύγουν στο Δικαστήριο, θα εξακολουθήσει να ισχύει ο κανόνας της από κοινού άσκησής της. Περαιτέρω, το άρθρο 1511 ΑΚ ορίζει πρωτίστως, ως κατευθυντήρια γραμμή για τη ρύθμιση της ασκήσεως της γονικής μέριμνας, σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων και προσφυγής στο Δικαστήριο, το συμφέρον του τέκνου. Η βούληση του ανηλίκου, ανάλογα με την ωριμότητά του, πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται (άρθρο 1511 παρ. 3 ΑΚ), επί ανηλίκων όμως μικρής ηλικίας δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη άνευ περαιτέρω έρευνας, εφόσον στηρίζεται πολύ συχνά στη μονομερή επίδραση του ενός των γονέων ή του συγγενικού τους περιβάλλοντος, μόνη δε η ηλικία του τέκνου δεν αποδεικνύει και την ωριμότητα αυτού ούτε σαν δίδαγμα κοινής πείρας. Η καθιέρωση κριτηρίου ωριμότητας ανάγει αμέσως την τελευταία σε σπουδαίο παράγοντα διαμορφώσεως της δικανικής κρίσης. Ο νομοθέτης δεν καθόρισε την ακρόαση ως διαδικασία αγόμενη στην δικαστική ευχέρεια. Τη συνέδεσε με την ωριμότητα του ανηλίκου και επειδή η τελευταία κατ’ αρχήν συμβαδίζει με την ηλικία, έμμεσα έθεσε ένα θέμα ηλικίας. Πάντως, ώριμο είναι ένα παιδί, όταν λόγω βιολογικών (όπως ο βαθμός ευφυίας) και κοινωνικών παραγόντων (όπως τα βιώματα και οι εμπειρίες) είναι σε θέση να έχει λογική και ολοκληρωμένη άποψη για ορισμένο θέμα και να συμπεριφέρεται ανάλογα. Από τον ορισμό αυτό προκύπτει εξάλλου, ότι η ωριμότητα του παιδιού συναρτάται κάθε φορά και με το ζήτημα που αφορά η απόφαση που πρόκειται να ληφθεί. Αλλά την ωριμότητα δεν την καθόρισε μόνο ως παράγοντα της δικαστικής κρίσεως αν πρέπει να ζητηθεί η γνώμη του ανηλίκου. Την προέβλεψε και ως παράγοντα αν πρέπει να συνεκτιμηθεί η γνώμη αυτή. Το ερώτημα σε ποιόν από τους γονείς (μετά τη διάσταση ή το διαζύγιο) πρέπει να ανατεθεί η άσκηση της γονικής μέριμνας είναι στενά συνδεδεμένο με τη σημασία των δεσμών μεταξύ του τέκνου και των δύο γονέων. Ο ψυχολογικός σύνδεσμος του ανηλίκου παιδιού με τους γονείς του, συχνά εκδηλώνεται με την ιδιαίτερη αδυναμία του ανηλίκου σε ένα από τους γονείς. Αυτό είναι πραγματικό γεγονός, που δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την ομοιότητα ή την αντίθεση του φύλου. Ο άνδρας είναι εξίσου κατάλληλος να αναθρέψει σωστά τόσο τον ανήλικο γιο του όσο και τη θυγατέρα του και το ίδιο ισχύει και για τη μητέρα. Κατάλληλος να αναθρέψει τον ανήλικο είναι ο γονέας, που αντικειμενικά αλλά και υποκειμενικά, έχει τις ικανότητες γι' αυτό και μάλιστα όχι μόνο τις οικονομικές αλλά και τις ψυχικές. Ο ψυχικός σύνδεσμος είναι αποφασιστικό κριτήριο για την κρίση του συμφέροντος του ανηλίκου, ιδιαίτερα όταν είναι πνευματικά ώριμος, ώστε να ακούγεται από το Δικαστήριο, όπως ορίζει ο νόμος, οπότε αν από τα περιστατικά, που υπέπεσαν στην αντίληψη του Δικαστή, πρoκύψει ότι το ανήλικο τέκνο είναι ψυχολογικά ιδιαίτερα συνδεδεμένο προς τον ένα από τους γονείς του και αυτός είναι αντικειμενικά σε θέση να του προσφέρει παρόμοια προστασία όπως και ο άλλος, τότε το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί την επιθυμία του ανηλίκου. Σύμφωνα δε με τις νεώτερες κοινωνικές αντιλήψεις, το βάρος πρέπει να γίνεται στα στοιχεία που διαμορφώνουν το απαραίτητο περιβάλλον για σωστή ψυχοσωματική ανάπτυξη του ανηλίκου, αφού είναι δίδαγμα της παιδοψυχολογίας ότι διαβίωση του παιδιού σε άνετες ή ανεκτές υλικές συνθήκες, αλλά σε περιβάλλον ανεπιθύμητο προς αυτό μπορεί να έχει καταστροφική επίδραση. Η παλαιότερα υποστηριζόμενη άποψη τόσο στη νομική θεωρεία όσο και στη νομολογία των Δικαστηρίων, ότι, κατά άγραφο κανόνα, η επιμέλεια των μικρής ηλικίας τέκνων πρέπει να ανατίθεται στη μητέρα τους, ως και του ότι το τέκνο έχει ανάγκη των ιδιαίτερων περιποιήσεων της μητέρας, φαίνεται να χάνει έδαφος, αφού νεώτερες επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι η παρουσία της μητέρας είναι μεν αναγκαία για τους πρώτους μετά τη γέννηση μήνες, κυρίως λόγω του θηλασμού, δύναται όμως ο πατέρας, μετά από αυτούς, να καταστεί το πρόσωπο, το οποίο, λόγω του δεσμού του με το τέκνο του, να είναι το πλέον κατάλληλο, για την ομαλή ψυχοσωματική του ανάπτυξη. Εκτός από τους ανωτέρω αναφερόμενους υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, που βοηθούν στην εξειδίκευση του συμφέροντος του ανήλικου παιδιού, ορισμένοι από τους οποίους αναφέρονται ρητά από το νομοθέτη σε άλλα άρθρα του Αστικού Κώδικα και ορισμένοι συνάγονται ερμηνευτικά. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν δεσμοί του παιδιού με τα αδέλφια του και οι τυχόν σχετικές με το υπό κρίση θέμα συμφωνίες των γονέων (άρθρο 1513 παρ. 2 ΑΚ), καθώς και οι προσωπικές κλίσεις του παιδιού και ο παράγοντας της ενίσχυσης της προσωπικότητάς του (άρθρο 1518 ΑΚ). Στη δεύτερη κατηγορία, ως κριτήρια μη αναγραφόμενα στο νόμο, μπορούν να αναφερθούν μεταξύ άλλων η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξής του και οι δεσμοί του με τρίτα πρόσωπα (ακόμα και εκτός του συγγενικού περιβάλλοντος) ή πράγματα. Αντίθετα, δεν είναι αναγκαστικά κρίσιμα για την εξειδίκευση του συμφέροντος του ανηλίκου, εκτός από την ηλικία και το φύλο του, η φυλή, η γλώσσα, η θρησκεία, οι πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, η ιθαγένεια, η εθνική ή κοινωνική προέλευση ή περιουσία των γονέων. Επίσης, δεν αποτελούν παράγοντες, που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αυτοτελώς - παρά μόνο σε συνάρτηση με την τυχόν επίδρασή τους στο παιδί – οι προσωπικές ιδιότητες των γονέων, η ιδιωτική τους ζωή, άρα και η τυχόν ελεύθερη συμβίωσής τους, με κάποιον τρίτο (ΕΑ 9574/1984 ΕλλΔνη 26. 251), η τυχόν υπαιτιότητα του ενός ως προς το διαζύγιό του ή η διακοπή της συμβίωσής τους με τον άλλον. Ο χρόνος εξάλλου, που διαθέτει ο κάθε γονέας για το παιδί του, είναι κρίσιμο στοιχείο όχι ως ποσότητα, αλλά μόνο σε συνδυασμό με την ποιότητα της επαφής, που μπορεί να προσφέρεται κατά τη διάρκειά του στον ανήλικο. Όλα τα ανωτέρω κριτήρια είναι μεταξύ τους ισοδύναμα και από την κάθε συγκεκριμένη περίπτωση εξαρτάται το ποιά θα θεωρηθούν περισσότερο ή λιγότερο σημαντικά, συνδυαζόμενα και μεταξύ τους. Όμως, υπάρχει ένα κριτήριο, το οποίο υπερέχει και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αγνοηθεί: η γνώμη του ανήλικου παιδιού, καθώς πολλά από τα υπόλοιπα κριτήρια μπορούν να περιλαμβάνονται σε αυτή (ΑΠ 1868/84, ΕΑ 6974/85, ΕΑ 1151/86, ΕλΔ/νη 27. 153 επομ., ΜονΠρΘεσ. 1024/1988, ΑρχΝ ΛΘ'. 155, Ε. Κουνούγερη - Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, εκδ. 1998, Τομ. ΙΙ, σελ. 206 επ. και 217 επ.). Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων με την από 9/10/2001 αγωγή του ζητεί να του ανατεθεί αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων του Ειρήνης και Ανδρέα, οκτώ (8) και έξι (6) ετών αντίστοιχα, που απέκτησε με την εναγομένη, λόγω της υπάρχουσας, μετά την λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο, διαφωνίας ως προς την επιμέλεια των ανηλίκων και διότι αυτό επιβάλλει το αληθινό τους συμφέρον. Επίσης, ζητεί να ρυθμιστεί οριστικά το δικαίωμα επικοινωνίας της εναγομένης με τα ανήλικα τέκνα της ως εξής: α) κάθε Τετάρτη και Παρασκευή απόγευμα από 18:00 έως 21:00, β) κάθε Σάββατο ή Κυριακή από τις 09:00 το πρωί έως τις 9:00 το πρωί της επομένης ημέρας, γ) κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων ή του Πάσχα να διαμένουν μαζί της τα παιδιά επί δεκαπέντε (15) ημέρες και τέλος δ) κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών να διαμένουν μαζί της τα παιδιά επί τριάντα (30) ημέρες. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική του δαπάνη. Περαιτέρω, η εναγόμενη της ως άνω αγωγής, (….) άσκησε την από 10.4.2002 αντίθετη αγωγή, με την οποία ζητεί να της ανατεθεί αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας των ως άνω ανηλίκων τέκνων της, που απέκτησε από το γάμο της με τον εναγόμενο, λόγω της υπάρχουσας, μετά την λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο, διαφωνίας ως προς την επιμέλεια των ανηλίκων και διότι αυτό επιβάλλει το αληθινό τους συμφέρον. Ζητεί, επίσης, να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική της δαπάνη. Οι ανωτέρω αγωγές αρμοδίως εισάγονται για να συζητηθούν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 17 παρ. 1 και 22 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρα 666 επ. και 681Β' ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 43 του ν. 1329/83). Είναι νόμιμες. Στηρίζονται στις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514 και 1518 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, τις 1063, 1064, 1065/15-4-2002 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του ενάγοντος - εναγομένου, ενώπιον της συμβολαιογράφου Ρόδου …., τις …. , …. /22-11-2002 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της εναγομένης - ενάγουσας, ενώπιον της συμβολαιογράφου Ρόδου …. , οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη, καθώς στο Μονομελές Πρωτοδικείο καθιερώνεται εκ του νόμου η εν μέρει ελεύθερη απόδειξη, με κύριο χαρακτηριστικό της την ελεύθερη εκτίμηση από τον Δικαστή και αποδεικτικών μέσων, που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (ΑΠ 1433/1992 ΕλλΔνη 1993. 151) και η γνωστοποίησή τους έγινε νομότυπα και εγκαίρως σύμφωνα με το άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ, από όλα τα έγγραφα που νομότυπα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τις ομολογίες, που συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ), από την επικοινωνία της Δικαστή με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων (άρθρο 681Γ παρ. 4 ΚΠολΔ και από την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα κρίσιμα και ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στη Ρόδο στις 26.11.1994. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δύο παιδιά, την Ε…… και τον Α……, ηλικίας σήμερα οκτώ (8) και έξι (6) ετών αντίστοιχα. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων αρχικά υπήρξε αρμονική. Στη συνέχεια δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα, κυρίως λόγω της δημιουργίας αισθηματικού δεσμού της εναγομένης με άλλον άνδρα, με αποτέλεσμα τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσής τους, με την αποχώρηση της εναγομένης από τη συζυγική οικία τον Φεβρουάριο του 2000. Με την υπ’ αριθμ. …./2001 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού λύθηκε με συναινετικό διαζύγιο ο ως άνω γάμος των διαδίκων. Με την ίδια απόφαση επικυρώθηκε το από 4-5-2000 συμφωνητικό, το οποίο προβλέπεται κατά τη διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου και με το οποίο ρυθμίστηκε η γονική μέριμνα, επιμέλεια και επικοινωνία των διαδίκων με τα ανήλια τέκνα τους. Ειδικότερα, συμφωνήθηκε: α) οι διάδικοι να ασκούν τη γονική μέριμνα από κοινού, β) ο πατέρας να έχει την επιμέλεια των παιδιών και γ) η μητέρα να επικοινωνεί καθημερινά με τα παιδιά, να τα παραλαμβάνει κάθε Σάββατο ή Κυριακή από τις 09:00 το πρωί έως τις 9:00 το πρωί της επομένης ημέρας, να διαμένουν μαζί της για δεκαπέντε ημέρες κατά τις εορτές των Χριστουγέννων ή του Πάσχα και κατά τους θερινούς μήνες επί 30ήμερο. Λόγω των τεταμένων προσωπικών σχέσεων των διαδίκων η επικοινωνία με τα παιδιά ήταν προβληματική και υπήρχαν, σύμφωνα με τις καταθέσεις των όλων μαρτύρων των διαδίκων μερών, εντονότατα επεισόδια, τα οποία λάμβαναν χώρα πολλές φορές μπροστά στα παιδιά. Στις 25-7-2001 η εναγομένη κατέθεσε αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων και την προσωρινή ρύθμιση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων της. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, η οποία έκανε δεκτή την αίτησή της και της ανέθεσε προσωρινά την επιμέλεια. Από τις 15 Φεβρουαρίου 2002 τα παιδιά διαμένουν με την εναγόμενη. Μέχρι την οριστική διακοπή της εγγάμου συμβιώσεώς της με τον αντίδικο σύζυγό της, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη - ενάγουσα, ανεξάρτητα με τον τρόπο που είχαν διαμορφωθεί οι προσωπικές τους σχέσεις και τη δημιουργία του παράλληλου ερωτικού της δεσμού, φρόντιζε τα τέκνα της, το δε μητρικό της ενδιαφέρον δεν αρνούνται ούτε αυτά τα ανήλικα παιδιά της, τα οποία δεν έχει επηρεάσει ο αντίδικος ούτε το συγγενικό του περιβάλλον εναντίον της, αλλά αντίθετα έχει κατορθώσει κατά τη μέχρι της 15 Φεβρουαρίου 2002 κοινή συμβίωσή τους να μην τα εμποτίσει με αρνητικά αισθήματα εναντίον της. Το ίδιο διαπιστώθηκε με βεβαιότητα ότι έχει κάνει και η μητέρα και το δικό της συγγενικό περιβάλλον, κατά τη μετά τις 15 Φεβρουαρίου 2002 κοινή συμβίωσή της με τα παιδιά της, με αποτέλεσμα αυτά να ευρίσκονται μακράν της διαμάχης των γονέων τους. Ο ενάγων - εναγόμενος, παλαιότερα εργαζόταν το πρωί ως βοηθός στο σιδηρουργείο του πατέρα του και το απόγευμα ως ηλεκτρολόγος στο Βιολογικό Σταθμό Ρόδου. Σήμερα εργάζεται στη ΔΕΥΑΡ, ως μόνιμος υπάλληλος και έχει προσαρμόσει το ωράριό του έτσι ώστε να εξυπηρετεί τα παιδιά του και ειδικότερα εργάζεται από τις 07:30 έως τις 14:30 ημερησίως πλην Σαββατοκύριακου. Η εναγομένη - ενάγουσα εργάζεται μόνιμα στο Τμήμα Προμηθειών - Λογιστικών του Καζίνο Ρόδου, με σταθερό ωράριο από τις 08:00 έως τις 16:00 και τα απογεύματα από τις 18:00 έως τις 20:00, ημερησίως πλην Σαββατοκύριακου. Συνεπώς από, πλευράς ωρών εργασίας η εναγομένη - ενάγουσα είναι περισσότερο απασχολημένη αν και αυτό, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη, που προηγήθηκε, δεν συνηγορεί στην έλλειψη ποιοτικού χρόνου απασχόλησης με τα παιδιά της. Περαιτέρω όπως, αποδείχθηκε ότι τα παιδιά, κατά το χρονικό διάστημα που διαμένουν με την μητέρα τους, πηγαίνουν στο σχολείο μαζί της το πρωί, ενώ στην επιστροφή τα παίρνει ο πατέρας τους ή η μητέρα του και γιαγιά των παιδιών, τα πηγαίνει σπίτι της, όπου τρώνε και διαβάζουν μέχρι να τα παραλάβει και πάλι η μητέρα τους, μετά τις 16:00 το απόγευμα, οπότε και τελειώνει από την εργασία της. Στη συνέχεια και μέχρι τις 18:00 περίπου, οπότε και επιστρέφει πάλι στο γραφείο της, ασχολείται με τα παιδιά και μεταξύ 18:00 και 20:00 τα παιδιά πηγαίνουν στο σπίτι της μητέρας της εναγομένης - ενάγουσας. Περίπου στις 21:00 επιστρέφουν με τη μητέρα τους στο σπίτι τους οπότε και κοιμούνται. Κατά το χρονικό διάστημα από τη διάσταση των αντιδίκων και μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2002, κατά το οποίο η επιμέλεια των παιδιών ανήκε στον ενάγοντα - εναγόμενο τα παιδιά πηγαινοερχόντουσαν στο σχολείο με τον πατέρα τους ή με τη γιαγιά τους (μητέρα του ενάγοντα), έτρωγαν το μεσημέρι στο σπίτι της, το οποίο βρίσκεται δίπλα στο σπίτι του πατέρα, διάβαζαν με τη βοήθεια του πατέρα τους και έπαιζαν μαζί του, καθώς ο ίδιος διέθετε άφθονο ποιοτικό και ποσοτικό χρόνο για τα παιδιά του, γεγονός το οποίο καταθέτει με σαφήνεια και βεβαιότητα και η μάρτυρας της εναγομένης στην ένορκη κατάθεσή της ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, αποδείχθηκε και συνομολογήθηκε και από την αντίδικη πλευρά ότι τόσο ο ίδιος ο πατέρας όσο και το περιβάλλον του έδειξαν, σε περιόδους μεγάλης κρίσης της συζυγικής ζωής των διαδίκων και εξακολουθούν ακόμα και σήμερα, που τα παιδιά διαμένουν με τη μητέρα τους, να δείχνουν αγάπη και στοργή προς αυτά, χωρίς να αφήνουν τα όποια προσωπικά τους αισθήματα προς τη μητέρα να τους επηρεάζουν, γεγονός που συντελεί στην ήρεμη και σωστή ψυχοσωματική ανάπτυξη των παιδιών σε μια τόσο κρίσιμη και ευαίσθητη ηλικία. Συνεπώς, ο ενάγων - εναγόμενος, εκτός από τον περισσότερο ελεύθερο, από πλευράς ωρών εργασίας χρόνο που διαθέτει ο ίδιος σε σχέση με την εναγομένη ενάγουσα, έχει αρωγούς στην επιμέλεια και φροντίδα των ανηλίκων τέκνων του, κατά τις ώρες κυρίως της εργασίας του, τους γονείς του, οι οποίοι είναι υγιείς και υπεραγαπούν τα εγγόνια τους. Αντίθετα, όπως αποδεικνύεται από το καθημερινό τους πρόγραμμα, από τις 15 Φεβρουαρίου 2002 τα παιδιά περνούν πολλές ώρες εκτός της οικογενειακής τους στέγης, πηγαινοέρχονται σε συγγενικά σπίτια πολλές φορές την ημέρα, το διάβασμα και το παιχνίδι τους διακόπτεται λόγω αυτών των μεταφορών τους, η βραδινή επιστροφή τους στο σπίτι τους δεν είναι σταθερή καθώς, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η εργασία δεν τελειώνει ακριβώς στο προβλεπόμενο ωράριό της. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω είναι ότι τα παιδιά, αναμφίβολα βρίσκονται σε ασφαλές και συγγενικό περιβάλλον κατά τις ώρες απουσίας της μητέρας τους, πλην όμως αυτό δεν είναι το σπίτι τους και είναι βέβαιο ότι πολλές φορές βρίσκονται εκτός προγράμματος και υπό την επίβλεψη συγγενικών προσώπων. Εξ’ άλλου, κατά το χρονικό διάστημα που τα παιδιά διέμεναν μαζί με τον πατέρας τους, αυτός είχε δημιουργήσει ένα ήρεμο και ομαλό οικογενειακό περιβάλλον και έχει επιδείξει μέχρι και σήμερα προς αυτά αμέριστο ενδιαφέρον, τρυφερότητα και αγάπη προς απάλυνση της πίκρας και του ψυχικού κλυδωνισμού, που υπέστησαν αυτά από τον χωρισμό των γονέων τους. Αποτέλεσμα όλης αυτής της συμπεριφοράς του πατέρα, κατά το χρονικό διάστημα που είχε την επιμέλεια, αλλά και μέχρι σήμερα, ήταν να δημιουργηθεί μεταξύ τους ένας ισχυρός και ιδιαίτερος δεσμός αγάπης και αλληλοκατανοήσεως, οι δε προσπάθειές του έχουν αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα, κατά τέτοιο τρόπο μάλιστα ώστε τα παιδιά να μην καταλογίζουν ευθύνες σε κανέναν από τους γονείς τους για τον χωρισμό τους, να μην έχει αποκοπεί ο ψυχικός σύνδεσμος με τη μητέρα τους, καθώς και να έχουν ψυχική ηρεμία και ισορροπία προσαρμοσθέντα πλήρως στη νέα οικογενειακή τους κατάσταση. Επίσης, τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων έχουν άριστη επίδοση στα μαθήματα τους στο Δημοτικό Σχολείο Ρόδου όπου φοιτούν και η οκτάχρονη Ε........ παρακολουθεί μαθήματα Αγγλικών. Κατά την προσωπική, χωριστή με το κάθε παιδί, επικοινωνία της Δικαστή, (άρθρο 1511 παρ. 3 ΑΚ), διαπιστώθηκε ότι η φροντίδα του πατέρα τους και των παππούδων τους για το μεγάλο χρονικό διάστημα από την διάσταση των γονέων τους (Φεβρουάριος 2000) μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2002, οπότε και εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …/2002 απόφαση περί προσωρινής ρυθμίσεως της επιμέλειά τους, ήτοι για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, έχει πράγματι αποδώσει στην ανατροφή και στη διαπαιδαγώγησή τους. Είναι παιδιά ώριμα, κοινωνικά, με ανεπτυγμένη προσωπικότητα, πολύ αγαπημένα μεταξύ τους και με ιδιαίτερους δεσμούς αγάπης με τον πατέρα τους. Και τα δύο παιδιά δήλωσαν αμέσως, ρητά, ανεπιφύλακτα και με σαφήνεια ότι επιθυμία τους είναι να μένουν με τον πατέρα τους, τον οποίο υπεραγαπούν και δεν έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν όσο συχνά θέλουν λόγω της διαμονής τους με τη μητέρα τους. Και τα δύο παιδιά, αλλά ιδιαίτερα η Ε……., έχει υψηλό νοητικό επίπεδο, διαμορφωμένη προσωπικότητα και ωριμότητα τέτοια, που της επιτρέπουν να έχει δική της επιλογή και προτίμηση για τον τρόπο διαβιώσεώς της, που δεν μπορεί να αγvoηθεί. Και είναι αλήθεια ότι οι διάδικοι είναι εξίσου ικανοί και κατάλληλοι για να φροντίσουν τα τέκνα τους ανεξάρτητα από τον τρόπο που έχει διαμορφωθεί πλέον η προσωπική τους ζωή, αφού η μεν εναγομένη - ενάγουσα, όπως αποδείχθηκε, φροντίζει με αγάπη και στοργή τα παιδιά της, βοηθούμενη από την αδελφή της και τη μητέρα της, ο δεν ενάγων - εναγόμενος επίσης είναι άξιος, ικανός και φιλόστοργος πατέρας, υπεραγαπά τα παιδιά του και φροντίζει με ιδιαίτερο ζήλο, για τη σωστή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και την ομαλή ψυχοσωματική τους διαμόρφωση, βοηθούμενος και από τους γονείς του, ώστε τα παιδιά να αισθάνονται ασφάλεια και ψυχική ισορροπία, στοιχεία απαραίτητα για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών γεγονότων και των όσων αναφέρονται στη μείζονα πρόταση της παρούσας, αποφασιστικό κριτήριο για την κρίση του αληθινού συμφέροντος των ανηλίκων είναι ο ιδιαίτερα έντονος ψυχικός δεσμός αυτών με τον πατέρα τους και μεταξύ τους, καθώς και η βούλησή τους να επιστέψουν οριστικά πλησίον του πατέρα τους, η οποία βούληση είναι προϊόν ωρίμου σκέψεως και όχι μονομερούς επηρεασμού από τον τελευταίο, καθώς και τα δύο παιδιά δεν τρέφουν αρνητικά αισθήματα προς τη μητέρα τους, την οποία αγαπούν και θέλουν να τη βλέπουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ιδιαίτερη σημασία έχει στην προκειμένη υπόθεση η αποκατάσταση του ομαλού μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2002 τρόπου ζωής των ανηλίκων, που είχε αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα και η αποφυγή δημιουργίας ψυχολογικών προβλημάτων από την πίεση και την υποβολή σε προσπάθεια προσαρμογής στο περιβάλλον της μητέρας, στο οποίο ζουν από την ως άνω ημερομηνία, πλην όμως επιθυμία τους είναι να επιστρέψουν στο σπίτι του πατέρα τους. Η μη πραγματοποίηση της επιθυμίας του είναι δυνατόν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, να οδηγήσει στη δημιουργία αρνητικών συναισθημάτων προς τη μητέρα τους, ιδιαίτερα λόγω της μη εύκολης καθημερινής επικοινωνίας τους με τον πατέρα τους, όπως τα ίδια τα παιδιά την θυμούνται και την βίωσαν κατά το προηγούμενο χρονικό διάσημα. Επομένως, λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω κριτηρίων και αφού όπως αποδείχθηκε ότι ο ενάγων - εναγόμενος είναι αντικειμενικά σε θέση να προσφέρει στα τέκνα του, Ε…….και Α………, παρόμοια προστασία, όπως και η μητέρα τους, καθώς και ένα ήρεμο και ομαλό περιβάλλον, σύγχρονο και πολιτισμένο επίπεδο ζωής από υλικής, ψυχοσωματικής και ψυχοδιανοητικής απόψεως και να συμβάλει θετικά στην περαιτέρω ανάπτυξή τους, το Δικαστήριο κρίνει, με γνώμονα το αληθινό συμφέρον αυτών, ότι αντεδείκνυται στο στάδιο αυτό της ηλικίας τους η ανάθεση της οριστικής επιμέλειάς τους στην εναγομένη - ενάγουσα μητέρα τους. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η αγωγή της. Εξάλλου, από τα ίδια απoδεικτικά μέσα και με γνώμονα το συμφέρον των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, το οποίο επιβάλλει να μην αποξενωθούν ψυχικά από τη μητέρα τους, λαμβανομένου υπόψη και του αισθήματος στοργής της εναγομένης και τις ανάγκες όπως αυτή παρακολουθεί την ανατροφή και την εν γένει διαπαιδαγώγηση των ανηλίκων, το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο, όπως η εναγομένη επικοινωνεί με τα ανήλικα τέκνα της Ε…… και Α…….: α) κάθε Τετάρτη και Παρασκευή απόγευμα από 18:00 έως 21:00, β) κάθε Σάββατο από τις 09:00 το πρωί έως τις 9:00 το πρωί της Κυριακής, γ) κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων να διαμένουν μαζί της τα παιδιά επί δεκαπέντε (15) ημέρες, με ημερομηνία έναρξης του 15νθημέρου την επομένη της λέξεως των σχολικών μαθημάτων και τέλος, δ) κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών να διαμένουν μαζί της τα παιδιά επί τριάντα (30) ημέρες και ειδικότερα από την 1η Ιουλίου έως και την 30η Ιουλίου. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η από 9-10-2001 αγωγή, να ανατεθεί αποκλειστικά στον ενάγοντα η άσκηση της επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων του Ε……. και Α……, ηλικίας οκτώ (8) και έξι (6) ετών αντίστοιχα και να ρυθμιστεί η επικοινωνία των ως άνω ανηλίκων τέκνων με τη μητέρα τους κατά τον τρόπο που αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

Τριμελές Εφετείο Θράκης 146/2011
Ι. Μετά την έκδοση της υπ` αριθμ. 529/2007 μη οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία έγινε τυπικά δεκτή η από 7-10-2005 (αριθμ. εκθ. κατ. 322/27-10-2005) έφεση του .................. (ενάγοντος της από 3- 2-2005 και αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005 αγωγής), κατά της υπ` αριθμ. 222/2005 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. σε συνδ. με 681 Β` του ΚΠολΔ) και, στη συνέχεια, αναβλήθηκε η έκδοση της οριστικής αποφάσεως και διατάχθηκε η επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο, προκειμένου: α) να εμφανιστούν σ` αυτό αυτοπροσώπως οι διάδικοι γονείς του ανηλίκου, ώστε μετά την ακρόαση αυτών και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους να γίνει απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, όσον αφορά την άσκηση της γονικής μέριμνας, άλλως της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου τους, β) να εμφανιστεί σ` αυτό αυτοπροσώπως το ανήλικο τέκνο των διαδίκων για να ζητηθεί η γνώμη του και γ) να συμπληρωθούν οι αποδείξεις με τη διενέργεια ψυχιατρικής και παιδοψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, νόμιμα και παραδεκτά φέρεται, με την από 15-12-2009 κλήση του εκκαλούντος-ενάγοντος για περαιτέρω συζήτηση, ως συνέχεια της προηγούμενης (άρθρο 254 παρ.1 του ΚΠολΔ), η πιο πάνω έφεση, εφόσον τα όσα έταξε η ως άνω απόφαση εκτελέστηκαν και η υπόθεση είναι ώριμη. Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως και πριν από την εκδίκαση της επιχειρήθηκε η πιο πάνω απόπειρα συμβιβασμού, πλην όμως, οι διάδικοι, οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, δεν συμβιβάστηκαν.

Με την από 9-11-2004 (αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004) αγωγή, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, η ενάγουσα ζήτησε να ανατεθεί σ`αυτήν αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου της ..........., ηλικίας 3 ετών, που απέκτησε από το γάμο της με τον εναγόμενο, διότι τούτο επιβάλλει το συμφέρον του ανηλίκου, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης με τον εναγόμενο πατέρα του και να υποχρεωθεί ο τελευταίος να καταβάλλει, ως χρηματική διατροφή για το τέκνο, το ποσό των 200 ευρώ στην αρχή κάθε μηνός, επί μία διετία από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσεως έως την εξόφληση της.

Με την από 3-2-2005 (αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005) αγωγή, ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, ο ενάγων ζήτησε να ανατεθεί σ`αυτόν αποκλειστικά η άσκηση της γονικής μέριμνας και επικουρικά της επιμέλειας του προαναφερθέντος τέκνου του, που απέκτησε από το γάμο του με την αναγόμενη, διότι τούτο επιβάλλει το συμφέρον του ανηλίκου, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης με την εναγομένη μητέρα του. Επί των αγωγών αυτών, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν, ίπιέκδόθηκε η υπ`αριθμ. 222/2005 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, με την οποία έγινε δεκτή η πρώτη αγωγή (αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004) και ανατέθηκε η επιμέλεια του ανηλίκου ......... αποκλειστικά στην ενάγουσα μητέρα και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος πατέρας να καταβάλλει, ως διατροφή για το ανήλικο, το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως, το πρώτο πενθήμερο κάθε μηνός, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσεως έως την εξόφληση της, για χρονικό διάστημα δύο. ετών από την επίδοση της αγωγής, ενώ απορρίφθηκε η δεύτερη αγωγή (αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005). Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως άσκησε έφεση ο ενάγων της δεύτερης αγωγής-εναγόμενος της πρώτης, παραπονούμενος για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε, να γίνει δεκτή η έφεση του, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή του, να απορριφθεί δε η αγωγή της ενάγουσας μητέρας.

II. Από τη διάταξη του άρθρου 1511, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512-1514 ΑΚ προκύπτει ότι βασικό κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου στον ένα από τους γονείς του είναι το συμφέρον του τέκνου, σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό και γενικά κάθε είδους συμφέρον. Ακόμη, επιβάλλεται στο Δικαστήριο, για τη λήψη της αποφάσεώς του, ο σεβασμός της ισότητας μεταξύ των γονέων χωρίς διακρίσεις, εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προελεύσεως ή της περιουσίας. Οι κανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων, ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας - επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της εκτάσεως και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητας του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς. Το συμφέρον του τέκνου, ως αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, εξειδικεύεται από το Δικαστήριο της ουσίας. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1511 και 681 Γ` παρ. 3 εδ. α` και 4 εδ. α", δΛ και ε΄ ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το Δικαστήριο, προκειμένου επί διακοπής της συμβιώσεως των συζύγων, να ρυθμίσει τη γονική μέριμνα, πρέπει να ζητεί και να συνεκτιμά και τη γνώμη του τέκνου, εφόσον κρίνει ότι έχει την απαιτούμενη ωριμότητα, ότι δηλαδή έχει την ικανότητα να αντιληφθεί το συμφέρον του, για την κρίση του δε αυτή, ως προς την ύπαρξη ή μη τέτοιας ωριμότητας, που σχηματίζεται από την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε ειδική αιτιολογία απαιτείται, ούτε αναιρετικός έλεγχος επιτρέπεται, αφού αυτή αποτελεί εκτίμηση πραγματικού γεγονότος κατ` άρθρο 561 ΚΠολΔ (ΑΠ 201/2010, ΑΠ 1316/2009, ΝΟΜΟΣ).

III. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, ..................... και .................., οι οποίες εξετάστηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως αυτού, οι οποίες εκτιμώνται μόνες τους και σε συνδυασμό και προς τις υπόλοιπες αποδείξεις, τις υπ` αριθμ. 3.064/2005 και 219/2005 ένορκες βεβαιώσεις των .....................,.................... και ...................., αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Θάσου Ελένης Μωϋσιάδου και της Ειρηνοδίκου Καβάλας Ευφροσύνης Παπαναστασίου, οι οποίες συντάχθηκαν μετά από προηγούμενη κλήτευση της εφεσίβλητης ενάγουσας-εναγομένης προ 24 τουλάχιστον ωρών, κατ` άρθρο 671 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. την υπ` αριθμ. 8133/21-4-2005 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Καβάλας Γεωργίου Ορφανίδη), τις υπ` αριθμ. 24.884, 24.885, 24.886, 24.889/2005 και 4.130/2005 ένορκες βεβαιώσεις των .............., .............., ......................., ..........., ............. και ............... αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Καβάλας Αγγελικής συζ.Ανδρέα Παπανδρέου, οι οποίες συντάχθηκαν μετά από προηγούμενη κλήτευση του εκκαλούντος ενάγοντος εναγομένου προ 24 τουλάχιστον ωρών, κατ` άρθρο 671 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. την υπ` αριθμ. 1.890β΄/7-6-2005 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Καβάλας Δέσποινας Χατζογλίδου), την υπ` αριθμ. 13.724α/27-11-2009 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης και από 3-7- 2008 έκθεση παιδοψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, οι οποίες διενεργήθηκαν αντίστοιχα από τους διορισθέντες με την ως άνω 529/2007 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ..........., Καθηγητή Ψυχιατρικής του Α.Π.Θ. και ................, παιδοψυχίατρο, Αναπληρωτή Καθηγητή του Α.Π.Θ. εκτιμώμενες ελεύθερα (άρθρα 368 επ., 387 του ΚΠολΔ), όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι νόμιμα στον πρώτο βαθμό προσκόμισαν και ήδη με επίκληση επαναπροσκομίζουν, ως και εκείνα, τα οποία προσκομίζουν για πρώτη φορά στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο (άρθρο 529 ΚΠολΔ), είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 363/2001 ΕλλΔνη 43.118, ΑΠ 320/1999 ΕλλΔνη 40.1310, ΑΠ, 1021/1998, ΕλλΔνη 39.1553), μερικά των οποίων μνημονεύονται κατωτέρω, χωρίς να παραληφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, μεταξύ των οποίων οι υπ`αριθμ. 347 και 348/14-6-2005 εκθέσεις της Κοινωνικής Υπηρεσίας του Κοινωνικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Καβάλας, η 34/14-10-2004 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της .............., ψυχιάτρου Επιμελήτριας Α` του Ψυχιατρικού Τμήματος του Νομαρχιακού Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, που συντάχθηκε κατόπιν της υπ` αριθμ. 1604/2004 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, οι από 28-7- 2006 εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης του ψυχιάτρου ............. και του νευρολόγου-ψυχιάτρου-..ψυχοθεραπευτή .................., που συντάχθηκαν κατόπιν εντολής της Εισαγγελέως Καβάλας, οι υπ` αριθμ.146/12-4-2010 και από 27-8-2008 γνωμοδοτήσεις των τεχνικών συμβούλων ..........., Καθηγητή Ψυχιατρικής Α.Π.Θ. και .................., παιδοψυχιάτρου, οι από 19-4-2007 και 29-6-2005 γνωμοδοτήσεις του .............., ψυχιάτρου, και ............., νευρολόγου-ψυχιάτρου Αναπληρωτή Καθηγητή του Α.Π.Θ., αντίστοιχα και η υπ`αριθμ. 5.312/2006 ένορκη βεβαίωση της ............., που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Καβάλας Αικατερίνης Πανταζή, στα πλαίσια δίκης ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των διαδίκων, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη, κλήτευση του εναγομένου-ενάγοντος (βλ. την υπ`αριθμ. 4194β΄/29-11-2006 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Καβάλας Δέσποινας Χατζογλίδου), λαμβανόμενη υπόψη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 913/2008, ΑΠ 218/2007, ΑΠ 75/2007, ΝΟΜΟΣ), πλην του από 13-1-2011 σημειώματος της ενάγουσας-εναγομένης, το οποίο, είναι έγγραφο, που προέρχεται από την ίδια τη διάδικο και, συνεπώς, δεν αποτελεί απόδειξη υπέρ αυτής, κατ` άρθρο 447 ΚΠολΔ, στερούμενο ως ιδιωτικό έγγραφο αποδεικτικής δύναμης έναντι τρίτων, την οποία έχει τέτοιο έγγραφο μόνον εφόσον το προσήγαγε ο αντίδικος (ΑΠ 2206/2009, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 54/1990 ΕλλΔνη 32.62), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στην Καβάλα, στις 21-4- 1998, από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο, τον ......., που γεννήθηκε στις 19- 8-2001. Η έγγαμη συμβίωσή τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και διασπάστηκε οριστικά στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2004 ύστερα από επεισόδιο, που έλαβε χώρα μεταξύ τους. Οπως η ίδια η εφεσίβλητη ενάγουσα-εναγομένη επικαλείται ήδη από τον Αύγουστο του 2004 είχε ζητήσει από το σύζυγό της να διακόψουν τη συμβίωσή τους και να αποχωρήσει από τη συζυγική οικία. Η ίδια μάλιστα στις 6-9-2004 αρνήθηκε να του επιτρέψει την είσοδο στη συζυγική οικία και την επομένη (7-9- 2004 και ώρα 10:30`) εξέφρασε παράπονα εναντίον του για το λόγο αυτό στο αστυνομικό τμήμα (βλ.υπ`αριθμ. 1019/26/575-β/13-9-2004 αντίγραφο βιβλίου αδικημάτων-συμβάντων του Αστυνομικού Τμήματος Καβάλας). Έκτοτε άρχισε μια έντονη αντιδικία μεταξύ τους με δικαστικούς αγώνες κυρίως διεκδίκησης της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου τους και εγκλήσεις, ως προς την τήρηση των όρων των δικαστικών αποφάσεων ρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με το ανήλικο. Ο εκκαλών ενάγων-εναγόμενος καθ` όλη τη διάρκεια της αντιδικίας τους επιμένει στον ισχυρισμό ότι η εφεσίβλητη ενάγουσα-εναγομένη πάσχει από ψυχική ασθένεια, εξαιτίας της οποίας αδυνατεί να επιμεληθεί του τέκνου τους. Αντίθετα, η εφεσίβλητη αρνείται ότι έχει ή είχε στο παρελθόν προβλήματα ψυχικής υγείας και θεωρεί ότι η εικόνα, την οποία έχει δημιουργήσει γι`αυτήν ο εκκαλών είναι κακόβουλη, προκειμένου να την εκδικηθεί, επειδή ζήτησε τη λύση του γάμου τους. Ειδικότερα, μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, με την υπ` αριθμ. 1740/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), η οποία εκδόθηκε επί αιτήσεως της ήδη εφεσίβλητης και ανταιτήσεως του ήδη εκκαλούντος, η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου τους, ηλικίας τότε τριών (3) ετών, ανατέθηκε προσωρινά στη μητέρα. Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι αυτό επιβάλλει το συμφέρον του τέκνου λόγω της ηλικίας του και ότι η μητέρα είναι σε θέση να επιμεληθεί αυτού (τέκνου), στηριζόμενο στην υπ` αριθμ. 34/10-10-2004 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της .............., ψυχιάτρου, Επιμελήτριας Α` του Ψυχιατρικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, σύμφωνα με την οποία η «συναισθηματική διαταραχή» από την οποία πάσχει η μητέρα εμφανίζεται μόνο εποχιακά και αντιμετωπίζεται εγκαίρως από την ίδια με τη λήψη κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Στη συνέχεια, η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου ανατέθηκε αποκλειστικά στη μητέρα με την υπ`αριθμ. 222/2005 οριστική απόφαση (ήδη εκκαλουμένη), το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με το τέκνο ρυθμίστηκε με την υπ`αριθμ. 71/2006 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας (ειδική διαδικασία διαφορών διατροφής και επιμέλειας τέκνων) και ο γάμος των διαδίκων λύθηκε κατόπιν αντιθέτων αγωγών των διαδίκων, με την υπ`αριθμ. 164/2006 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, από λόγους που αφορούν το πρόσωπο και των δύο συζύγων, χωρίς να προκύπτει το αμετάκλητο της. Ωστόσο, οι διάδικοι τακτικά απασχολούσαν το αστυνομικό τμήμα και τις δικαστικές αρχές με παράπονα κατ` αλλήλων και εγκλήσεις, ως προς την τήρηση των όρων των δικαστικών αποφάσεων ρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με το τέκνο του. Ο ανήλικος από τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των γονέων του μέχρι και σήμερα διαμένει με την εφεσίβλητη μητέρα του, η οποία είναι Καθηγήτρια Αγγλικής γλώσσας (κλάδου ΠΕ 06)β και ήδη υπηρετεί στο 5° Γενικό Λύκειο Καβάλας. Η διάσπαση της οικογενειακής συνοχής και οι βαθιές μεταβολές, που συντελέσθηκαν στις σχέσεις των διαδίκων προς αλλήλους και προς τον ανήλικο, οι οποίες αποκλείουν κάθε συνεννόηση επί των προσωπικών τους ζητημάτων, αλλά και επί των αναφερομένων στο τέκνο τους, κλόνισε σοβαρά την ψυχική και συναισθηματική ισορροπία του ανηλίκου. Για την ψυχοσυναισθηματική υποστήριξη του τέκνου τους ζήτησαν συμβουλευτικού τύπου συνεργασία από τον εκπαιδευτικό ψυχολόγο ....................Σύμφωνα με την από 5-11-2004 έκθεση-διάγνωση αυτού ο (ηλικίας τότε 3 ετών και 2 μηνών) ανήλικος παρουσίαζε έντονο το αίσθημα της ανασφάλειας και παλινδρομικές συμπεριφορές, οφειλόμενα στη διάζευξη των γονέων του. Μετά συνεργασία 4 μηνών η ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του ανηλίκου παρουσίασε σχετική βελτίωση, όπως προκύπτει από την από 4-3-2005 έκθεση- διάγνωση του ιδίου, σύμφωνα με την οποία «συμπεριφορές, όπως επιθετικότητα, υπερδραστηριότητα και αδυναμία συγκέντρωσης, ανησυχία, κνησμός, παλινδρομικές συμπεριφορές, αρνητισμός και φοβίες, έχουν μειωθεί αισθητά σε βαθμό που η ψυχοσυναισθηματική κατάστασή του κρίνεται βελτιωμένη». Ωστόσο, μετά πάροδο ενός και πλέον έτους ο ανήλικος δεν είχε προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και δεν είχαν εκλείψει οι εκδηλώσεις άγχους, ανησυχίας και επιθετικότητάς του. Ο εκκαλών απευθύνθηκε τότε στην .............., κλινική και συμβουλευτική ψυχολόγο και ζήτησε τη γνώμη της για τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων του ανήλικου. Σύμφωνα με την από 4-3-2006 έκθεση-γνωμάτευση αυτής ο (ηλικίας τότε 4 ετών και 6 μηνών) ανήλικος, παρουσίαζε «σοβαρή ψυχοπαθολογία στη συναισθηματική του ανάπτυξη, με συμπτώματα χρόνιας διαταραχής μετατραυματικού στρες, που διαταράσσουν τη λειτουργικότητά του και συνοδεύονται από οξείες αντιδράσεις γενικευμένου άγχους, σωματικά συμπτώματα, φόβο και συμπεριφορές παλινδρόμησης (κοινωνική απόσυρση, περιορισμένο συναίσθημα και δυσκολία συγκέντρωσης), τα οποία χαρακτηρίζονται από διέγερση, επιθετικότητα απέναντι στους άλλους και παρορμητικότητα, στην προσπάθεια αναγνώρισης του ακραίου ψυχοτραυματικού γεγονότος διαπιστώθηκε ότι πρέπει να προέρχεται από την άσχημη και ανάρμοστη παρορμητική συμπεριφορά της μητέρας προς τον ......». Η ως άνω κλινική και συμβουλευτική ψυχολόγος σύστησε την άμεση παραπομπή του ανηλίκου σε παιδοψυχίατρο και την εξέταση από ψυχίατρο και των δυο γονέων. Η εφεσίβλητη μητέρα δεν συμφώνησε για την εξέταση του ανηλίκου από παιδοψυχίατρο και αποφάσισε, ως έχουσα την επιμέλεια, να συνεχίσει τη συνεργασία με τον προαναφερόμενο εκπαιδευτικό ψυχολόγο. Η διαδικασία της συμβουλευτικής αυτής συνεργασίας συνεχίστηκε μόνο από τη μητέρα μέχρι τις 13- 11-2006. Σύμφωνα με τις από 4-5-2006 και 13-11-2006 βεβαιώσεις του ........................ η συναισθηματική κατάσταση του ανηλίκου ήταν καλή, αλλά θα μπορούσε να είναι καλύτερη, διότι η έλλειψη αποδοχής και συνεργασίας του πατέρα αποδυνάμωνε την προσπάθεια. Η διαφωνία των διαδίκων για το εν λόγω ζήτημα δημιούργησε στις ήδη τεταμένες σχέσεις τους νέες εντάσεις και δικαστικές διενέξεις. Ειδικότερα, ο εκκαλών ζήτησε: α)με την από 29-9-2006 αίτησή του προς το Ελληνικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών της Υπηρεσίας Κοινωνικής Ψυχιατρικής Θεσσαλονίκης την εξέταση του ανηλίκου από παιδοψυχίατρο, αίτηση η οποία απερρίφθη, επειδή δεν υπήρχε η συγκατάθεση της έχουσας την επιμέλεια μητέρας (βλ.υπ`αριθμ. 21217/6718/9-10-2006 βεβαίωση Ελληνικού Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών), β) νέα εξέταση του ανηλίκου από την ................., σύμφωνα με την από 25-10-2006 έκθεση-γνωμάτευση της οποίας ο ανήλικος «παρουσιάζει φοβίες σε σχέση με τη ζωή του και τη σωματική του ακεραιότητα, αίσθημα κατωτερότητας και μειωμένη αυτοεκτίμηση, εξαιτίας της καταπιεστικής συμπεριφοράς της μητέρας του, αλλά και της άσχημης συμπεριφοράς του θείου του, σημάδια απάθειας και συναισθηματικής ψυχρότητας, που οφείλονται σε αυστηρή διαπαιδαγώγηση», συνέστησε την άμεση παραπομπή του ανηλίκου σε παιδοψυχίατρο και την εξέταση από ψυχίατρο και των δυο γονέων, γ) με την από 3-11-2006 (αριθμ. εκθ. κατ. 3109/2006) αίτηση του προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας να αφαιρεθεί η επιμέλεια του τέκνου από τη μητέρα και να διαταχθεί η εξέτασή του από παιδοψυχίατρο της ως άνω Υπηρεσίας Κοινωνικής Ψυχιατρικής Θεσσαλονίκης, η οποία απορρίφθηκε με την υπ`αριθμ. 3370/2006 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την αιτιολογία, όσον αφορά το πρώτο αίτημα, ότι η επιμέλεια έχει ανατεθεί στη μητέρα με οριστική απόφαση και όσον αφορά το δεύτερο, λόγω ελλείψεως κατεπείγοντος. Στη συνέχεια, με την υπ` αριθμ. 1885/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), κατόπιν αιτήσεως (αριθμ. εκθ. κατ. 1475/18-5-2007) της ήδη εφεσίβλητης μητέρας, απαγορεύθηκε στον εκκαλούντα να προσάγει τον ανήλικο ενώπιον παιδοψυχιάτρων και παιδοψυχολόγων, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και έγκριση της εφεσίβλητης. Ο εκκαλών στις 20-8-2008 με αίτηση του προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας ζήτησε την ανάκληση της υπ`αριθμ. 222/2005 αποφάσεως (εκκαλουμένης) και την ανάθεση σ` αυτόν της συνεπιμέλειας, άλλως της επιμέλειας του ανηλίκου, η οποία κατόπιν παραπομπής (με την υπ` αριθμ. 2275/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας) ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, απερρίφθη με την υπ`αριθμ. 91/2009 απόφασή του, ως μη νόμιμη, με την αιτιολογία ότι η απόφαση της οποίας διώκεται η ανάκληση δεν διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα. Πλην των ανωτέρω διενέξεων αστικής φύσεως μεταξύ των διαδίκων ανέκυψαν διαφορές κατόπιν εγκλήσεων για τέλεση αξιοποίνων πράξεων με πλέον χαρακτηριστική αυτή της αρπαγής ανηλίκου, φερόμενη ως τελεσθείσα από τον εκκαλούντα στις 14-8- 2005, 16-8-2005 και το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου του 2005, πράξη για την οποία κηρύχθηκε αθώος με την υπ`αριθμ. 2084/27-9-2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καβάλας, χωρίς όμως να προκύπτει η αιτιολογία της (βλ. απόσπασμα αυτής). Η ως άνω συγκρουσιακή σχέση των γονέων και η έντονη αντιδικία τους, προκάλεσαν πολύ μεγάλη αναστάτωση στον ανήλικο, με έντονη ψυχική και συναισθηματική φόρτιση. Την μεγάλη ψυχική ένταση αυτού (ανηλίκου) διαπίστωσε και ο διορισθείς με την υπ` αριθμ. 529/2007 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου................. παιδοψυχίατρος, Αναπληρωτής Καθηγητής του Α.Π.Θ., ο οποίος στην από 3-7-2008 έκθεση πραγματογνωμοσύνης αποδίδει αυτήν στο γεγονός ότι ο ανήλικος βρίσκεται στο μέσον μιας οξύτατης αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων του και αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, αντικείμενο διεκδίκησής τους. Η κατάσταση αυτή δεν του επιτρέπει να βιώσει ομαλά την παιδικότητα του, καθώς εμπλέκεται συνεχώς σε θέματα και αποφάσεις, τα οποία αφορούν τους ενηλίκους και του ζητείται επίμονα να αποτελέσει ρυθμιστή της οικογενειακής κατάστασης, σημειώνοντας ότι είναι ενημερωμένος μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια για όλες τις δικαστικές εξελίξεις της αντιδικίας των γονέων του. Εκτιμά δε, όσον αφορά την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του, ότι, «ο ....... είναι ένα παιδί σε κίνδυνο,λόγω ακριβώς των συνθηκών του περιβάλλοντος του και πιο συγκεκριμένα της αντιδικίας μεταξύ των γονέων και πιθανόν και του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος. Χρήζει σίγουρα συστηματικής θεραπευτικής παρακολούθησης». Την ίδια γνώμη διατυπώνει και η ................, παιδοψυχίατρος, διορισθείσα με επιμέλεια της εφεσίβλητης, ως τεχνική σύμβουλος. Σύμφωνα με την από 27-8-2008 έκθεση της η ψυχική υγεία του ανηλίκου βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, εξαιτίας της έντονης αντιδικίας των γονέων του, η οποία έχει ξεφύγει κατά πολύ από τα πλαίσια ενός συνηθισμένου χωρισμού και στην οποία (αντιδικία) ο ίδιος έχει εμπλακεί πολύ ενεργά, γεγονός το οποίο ήδη παρεμποδίζει σοβαρά την ομαλή ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη και καταλήγει ότι ο ανήλικος έχει ανάγκη από σταθερή θεραπευτική παρακολούθηση. Ο εκκαλών στις 30-7-2008 ζήτησε συμβουλευτικού τύπου συνεργασία από το Τμήμα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων «Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο» του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Γ.Παπανικολάου», όπως είχε συστήσει ο .............., παιδοψυχίατρος, την οποία αποδέχθηκε και η εφεσίβλητη. Τελικά, συμβουλευτική συνεργασία επί ένα έτος περίπου είχαν μόνον οι διάδικοι γονείς, διότι η ....................., παιδοψυχίατρος, υπεύθυνη του εν λόγω Ιατροπαιδαγωγικού Κέντρου, πρότεινε την παρακολούθηση του ανηλίκου από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Ξάνθης, υπηρεσία με την οποία υπήρχε και προηγούμενη συνεργασία. Η εφεσίβλητη με εξώδικη δήλωση της στις 26-1-2009 ζήτησε τον ορισμό συναντήσεων με παιδοψυχίατρο (βλ. υπ`αριθμ 3857/26-1-2009 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ξάνθης Δημητρίου Βασιλακάκη της εξώδικης δήλωσης), πράγματι δε, πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις του ανηλίκου με την ..............., παιδοψυχίατρο της Υπηρεσίας. Ωστόσο, κανένα στοιχείο δεν προσκομίζεται για τα αποτελέσματα της παρακολούθησης του ανηλίκου και της εν γένει διαδικασίας. Η εφεσίβλητη ισχυρίζεται με τις κατατεθείσες στην παρούσα συζήτηση έγγραφες προτάσεις της ότι η άνω παιδοψυχίατρος δεν γνωστοποιεί τα συμπεράσματα της, πλην όμως, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει, ότι υπεβλήθη εκ μέρους της, ως έχουσας την επιμέλεια του ανηλίκου, σχετικό αίτημα προς την ως άνω Υπηρεσία και αυτή αρνήθηκε την ικανοποίηση του, ενόψει μάλιστα της εκκρεμούσης δικαστικής διαδικασίας. Ο εκκαλών, δεν συμμετείχε στη διαδικασία αυτή, διότι ουδέποτε ειδοποιήθηκε από τους υπεύθυνους της ως άνω Υπηρεσίας, ο ισχυρισμός δε της εφεσίβλητης, περί έλλειψης συνεργασίας αυτού, εξ ουδενός αποδεικτικού στοιχείου προέκυψε. Ήδη, ο ανήλικος είναι 10 ετών, φοιτά στην τετάρτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου, παρακολουθεί μαθήματα Αγγλικής γλώσσας και έχει άριστες επιδόσεις (βλ. ελέγχους προόδου Δημοτικού Σχολείου και Κέντρου Ξένων Γλωσσών «Πατέλης»). Είναι έξυπνος, με μεγάλη λεκτική και εκφραστική ικανότητα, εμφανίζει δε ιδιαίτερη ωριμότητα. Όμως, δεν έχει αναπτύξει φιλίες και σχέσεις με συνομηλίκους του, αρνείται να συμμετάσχει στις δραστηριότητες του σχολείου, δεν δείχνει ενδιαφέρον για εξωσχολικές δραστηριότητες, μόνη δε απασχόληση του, κατά τον ελεύθερο χρόνο του, είναι η χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και η παρακολούθηση τηλεοπτικών εκπομπών. Αντιμετωπίζει δυσκολίες προσαρμογής στις νέες συνθήκες της ζωής του βιώνοντας με μεγάλη οδύνη το χωρισμό των γονέων του και το πατρικό έλλειμμα. Κατά την επικοινωνία με τον πατέρα του, μετά την πάροδο του οριζομένου με την ως άνω απόφαση χρόνου, αρνείται επίμονα να επιστρέψει στην οικία της μητέρας του, εμφανίζει εκδηλώσεις άγχους και αντιδρά με κλάματα και φωνές, με αποτέλεσμα πολύ συχνά οι διάδικοι να καταλήγουν στο αστυνομικό τμήμα για την υποβολή παραπόνων για παραβίαση των όρων της δικαστικής αποφάσεως. Ο ισχυρισμός της εφεσίβλητης ότι οι εν λόγω αντιδράσεις είναι αποτέλεσμα παρακίνησης εκ μέρους του πατέρα, εξ ουδενός αποδεικτικού στοιχείου προέκυψε. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, οι αντιδράσεις αυτές του ανηλίκου είναι απόρροια της μεγάλης ψυχικής του έντασης και της σοβαρά κλονισμένης ισορροπίας του, η οποία έχει επηρεάσει δυσμενώς τη συναισθηματική του κατάσταση. Ενδεικτική της μεγάλης του αναστάτωσης και της έντονης ψυχικής του φόρτισης ήταν η επιλογή του να απομακρυνθεί στις 12-7-2010 από την οικία της μητέρας του, εξαιτίας προηγηθείσης διαφωνίας τους, κατά τη διάρκεια απουσίας της, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση της ή άλλου προσώπου του στενού συγγενικού της περιβάλλοντος, ζητώντας επίμονα να διαμείνει με τον πατέρα του και αρνούμενος να επιστρέψει στην οικία της μητέρας του, τελικά δε, με τη συγκατάθεση και της τελευταίας, να διανυκτερεύσει και να διαμείνει και την επομένη στην οικία του πατέρα του, περιστατικό, το οποίο δεν αμφισβητείται. Επίσης, στις 13-9-2010 λόγω έντασης, που δημιουργήθηκε μετά από διαπληκτισμό με την εφεσίβλητη μητέρα, κατά τη διάρκεια του γεύματος, ο ανήλικος παρουσίασε εκδηλώσεις γενικευμένου άγχους και δυσφορίας, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο Παιδιατρικό Τμήμα του Νοσοκομείου Καβάλας, περιστατικό, το οποίο δεν αμφισβητείται.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη, ηλικίας ήδη 42 ετών, από το έτος 1997 άρχισε να εμφανίζει προβλήματα στην ψυχική της υγεία. Ειδικότερα, όταν υπηρετούσε στη Λήμνο, ως καθηγήτρια αγγλικών, στις 15-5-1997 και 19-5-1997 εξετάστηκε στο Ψυχιατρικό Τμήμα Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου Λήμνου, με διάγνωση «ψυχωσικό επεισόδιο παρανοϊκού τύπου». Συνεστήθη σ`αυτήν φαρμακευτική αγωγή και αποχή από την εργασία της μέχρι το τέλος του σχολικού έτους (βλ. υπ` αριθμ. πρωτ. 30079/2-12-2004 Φύλλο Εξωτερικού Ιατρείου-Ψυχιατρικό Τμήμα Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου-Κέντρο Υγείας Λήμνου), ενώ παράλληλα της χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια δέκα πέντε (15) ημερών (βλ.υπ` αριθμ. 87/4-6-1997 γνωμάτευση Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής Λήμνου). Έκτοτε άρχισε να παρακολουθείται από την ..............., ψυχίατρο-ψυχοθεραπεύτρια. Στις ιατρικές γνωματεύσεις και γνωμοδοτήσεις, οι οποίες προσκομίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά τη διάρκεια του δικαστικού αγώνα των διαδίκων, αναφέρονται: α) στην από 24-9-2004 ιατρική γνωμάτευση της προαναφερομένης ιατρού, ότι παρακολουθείται για «διαταραχή διάθεσης εποχιακού τύπου», ότι παρουσίασε τρία (3) υπομανιακά επεισόδια περιοριζόμενα με θεραπεία σε διάστημα λίγων ημερών και ότι λαμβάνει προληπτική φαρμακευτική αγωγή, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δυο (2) ετών, στην υπ` αριθμ. 34/14-10-2004 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της ............., ψυχιάτρου, Επιμελήτριας Α` του Ψυχιατρικού Τμήματος του Νομαρχιακού Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, συνταχθείσα κατόπιν της υπ` αριθμ. 1604/2004 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, ότι εμφανίζει «εποχιακή συναισθηματική διαταραχή», ακολουθεί θεραπευτική αγωγή και παρακολουθείται από ψυχίατρο, γ) στην από 24-5-2005 ιατρική γνωμάτευση της ίδιας ιατρού, ότι εμφανίζει «συναισθηματική διαταραχή», ακολουθεί θεραπευτική αγωγή και παρακολουθείται από ψυχίατρο, δ) στην από 16-5-2005 ιατρική γνωμάτευση των ................ και ..................., ψυχιάτρων, Επιμελητή Α` και Διευθυντή του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Καβάλας του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, αντίστοιχα, η οποία συνοδεύει την από 6-6-2005 έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας, ότι πάσχει από «διπολική συναισθηματική διαταραχή», ότι έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής 3 ή 4 επεισόδια υπερθυμίας (υπομανίας), διάρκειας μερικών μηνών, με πιο σοβαρό το πρώτο (1997), κατά τα οποία παρουσιάζει συναισθηματική υπερένταση, ανησυχία, ευερεθιστότητα και διάσπαση προσοχής και επιπλέον στο πρώτο εσφαλμένη αντίληψη και κρίση, και ότι κατά την εξέταση ήταν ελεύθερη συμπτωμάτων, ε) στην από 28-9-2005 ιατρική γνωμάτευση του ............, ψυχιάτρου, Αναπληρωτή Καθηγητή του Α.Π.Θ., ότι πάσχει από «εποχιακή διαταραχή της διάθεσης» εμφανιζόμενη με υπομανιακά επεισόδια, τα οποία προλαμβάνονται με εποχιακή χορήγηση προληπτικής φαρμακευτικής αγωγής, κατά την τελευταία τριετία, στ) στην από 29-9-2005 ιατρική γνωμάτευση του ................, ψυχιάτρου, Διευθυντή του Ψυχιατρικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας (προς την Υγειονομική Επιτροπή εκτίμηση της ικανότητας οδήγησης αυτοκινήτου) ότι κατά την εξέταση δεν διαπιστώθηκε ενεργός μείζων ψυχοπαθολογία (ψύχωση- μανιοκατάθλιψη), παρότι στο παρελθόν υπήρξαν εποχιακά επεισόδια υπομανίας («διπολική διαταραχή της συναισθηματικής διάθεσης»), ζ`)στην από 29-6-2005 ιδιωτική ιατρική γνωμοδότηση του ...................., νευρολόγου-ψυχιάτρου, Αναπληρωτή Καθηγητή του Α.Π.Θ. (ο οποίος δεν την εξέτασε), ότι πάσχει από «διπολική συναισθηματική διαταραχή εποχιακής φύσεως», χαρακτηριζόμενη αποφάσεις μελαγχολίας και μανίας και η`) στην από 19-4-2007 ιδιωτική ιατρική γνωμοδότηση του ........,ψυχιάτρου (ο οποίος δεν την εξέτασε), ότι πάσχει από «παραληρητική (παρανοϊκή) διαταραχή». Σύμφωνα με την υπ`αριθμ. 1324α/10-11- 2009 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ........................., Καθηγητή Ψυχιατρικής Α.Π.Θ. της Γ`Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Α.Χ.Ε.Π.Α, που διορίσθηκε με την υπ`αριθμ. 529/2007 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, κατά το χρόνο της εξέτασης, εμφάνιζε «στοιχεία αντιδραστικής κατάθλιψης μαζί με στοιχεία οιστριονικής διαταραχής (F 60.4 σύμφωνα με το ICD-10 ταξινομικό σύστημα», δηλαδή διαπιστώθηκαν στοιχεία ενεργού ψυχικής διαταραχής. Τέλος, στην από 12-4-2010 έκθεση του ......................, Καθηγητή Ψυχιατρικής Α.Π.Θ., Διευθυντή της Γ` Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Α.Χ.Ε.Π.Α, διορισθέντος με επιμέλεια της εφεσίβλητης ως τεχνικού συμβούλου, αναφέρεται ως διάγνωση «ήπια διπολική διαταραχή» και ότι κατά την περίοδο της εξέτασης ακολουθούσε, μια ήπια φαρμακευτική αγωγή (1/2 Solian ΙΟΟ mg ημερησίως). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι τα προβλήματα της ψυχικής υγείας της ενάγουσας-εναγομένης μητέρας δεν έχουν εκλείψει. Ωστόσο, με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, την οποία ακολουθεί και την παρακολούθηση από ψυχίατρο, είναι λειτουργική, ενταγμένη επαγγελματικά (βλ. βεβαιώσεις υπ`αριθμ. 826/27-9-2004 άνευ ημερομηνίας, από 28-11-2007 και 19-3-2010 Δ/νσης Δ/θμιας Εκπ/σης Καβάλας) και κοινωνικά, η ικανότητά της δε να επιμεληθεί το ανήλικο τέκνο της δεν περιορίζεται (βλ. ιατρικές γνωματεύσεις ...................., .............. και .............). Επίσης, σύμφωνα με την από 6-6-2005 έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας-Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγείας Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, υπογραφόμενη από τους ................. και .............., εκτιμάται ότι έχει την ικανότητα να αναλάβει την επιμέλεια του τέκνου της, με την προϋπόθεση ότι «θα παραμείνει σταθερή και σε βελτίωση κατάσταση της ψυχικής της υγείας». Είναι γεγονός ότι η εφεσίβλητη, είναι σοβαρή και έντιμη μητέρα, υπεραγαπά τον ανήλικο και διέθετε τον αναγκαίο χρόνο για τη φροντίδα, τη διαπαιδαγώγηση και την ψυχαγωγία του, παρά τις υπηρεσιακές της υποχρεώσεις.

Κρίσιμο όμως εν προκειμένω είναι και αν το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου, το οποίο, όπως προκύπτει από τις σχετικές για την γονική μέριμνα διατάξεις (άρθρο 1510 επ. ΑΚ), αναγορεύεται ως το μοναδικό κριτήριο για κάθε απόφαση του Δικαστηρίου, που αφορά την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή του τρόπου της άσκησής της (ΑΠ 1976/2008 ΕλλΔνη 51.689, ΑΠ 1728/1999 ΕλλΔνη 41.972), επιβάλλει να συνεχίσει να διαμένει ο ανήλικος στο περιβάλλον, στο οποίο από βρεφικής ηλικίας και μέχρι σήμερα ζει. Ο ανήλικος, ηλικίας ήδη 10 ετών, όπως προελέχθη, κατά την προσωπική πικοινωνία του με το μέλος του Δικαστηρίου (Εισηγήτρια), δήλωσε με κατηγορηματικό τρόπο την επιθυμία του να διαμείνει με τον πατέρα του, με τον οποίο φάνηκε ότι έχει αναπτύξει ισχυρό συναισθηματικό δεσμό, αναφέροντας ότι με αυτόν διαβιώνει σε οικείο, ήρεμο και σταθερό οικογενειακό περιβάλλον. Ευθέως δήλωσε ότι δεν επιθυμεί συνεχίσει να διαμένει με τη μητέρα του, αποδίδοντας σε αυτήν παρορμητική συμπεριφορά και εκδηλώσεις χειροδικίας προς αυτόν. Η βούληση του ανηλίκου δεν προέκυψε ότι είναι προϊόν πειθαναγκασμού ή υπέρμετρης επιείκειας του πατέρα του ή αλόγιστης παροχής υλικών αγαθών, προκειμένου να προσκολληθεί σ` αυτόν. Ο εκκαλών, ηλικίας ήδη 46 ετών, περιβάλλει με αγάπη και στοργή τον ανήλικο, είναι έντιμος, σοβαρός και ικανός να φροντίσει για τη διατροφή, υγεία, ορθή διαπαιδαγώγηση και ψυχαγωγία του τέκνου του, να συμβάλλει με υπευθυνότητα στην αποκατάσταση της σοβαρά κλονισμένης ψυχικής του ισορροπίας και στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Παρέχει τα εχέγγυα εξασφάλισης συνθηκών υγιεινούς διαβίωσης για τον ανήλικο ο ισχυρισμός δε της εφεσίβλητης ότι η οικία στην οποία διαμένει στερείται κεντρικής θέρμανσης και είναι ακατάλληλη εξ ουδενός στοιχείου προέκυψε. Είναι ελεύθερος επαγγελματίας και εργάζεται ως οδοντοτεχνίτης. Ως εκ τούτου δύναται να προσαρμόσει το ωράριο του έτσι ώστε να ασχολείται με το ανήλικο τέκνο του, όπως άλλωστε πράττει κατά την άσκηση του δικαιώματος της επικοινωνίας, διαθέτοντας τον αναγκαίο χρόνο για τη φροντίδα, τη διαπαιδαγώγηση και την ψυχαγωγία του. Αλλά και η μητέρα αυτού, η οποία διάγει το 64° έτος της ηλικίας της, μπορεί να συνδράμει στη φροντίδα και επίβλεψη του ανηλίκου, κατά τις ώρες της απουσίας του εκκαλούντος στην εργασία του. Σύμφωνα με τις από 28-7-2006 ιατρικές πραγματογνωμοσύνες των ψυχιάτρων ..................., οι οποίες συντάχθηκαν μετά από εισαγγελική παραγγελία, είναι ψυχιατρικά υγιής και οι αντιδράσεις του φυσιολογικές, ενώ, σύμφωνα την υπ`αριθμ. 1324α/10-11-2009 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος με την υπ`αριθμ. 529/2007 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου πραγματογνώμονος .............., κατά την εξέταση, εμφάνιζε «διαταραχή γενικευμένου άγχους στα πλαίσια νευρωτικής δομής της προσωπικότητας του, με παράλληλα στοιχεία συναισθηματικής αστάθειας», ειδικότερα δε, στην από 29-1-2009 ψυχολογική γνωμάτευση της .........................., ψυχολόγου, η οποία συνοδεύει την έκθεση αυτή, αναφέρεται ότι «δεν προκύπτουν εκδηλώσεις μιας οποιασδήποτε ενεργούς ψυχοπαθολογίας». Η καταλληλότητα του πατέρα, για την άσκηση του γονεϊκού ρόλου, προκύπτει και από την από 6-6-2005 έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας-Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγείας Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, υπογραφόμενη από τους ................... και ........................, στην οποία αναφέρεται ότι αυτός (πατέρας) μπορεί να αναλάβει την επιμέλεια του τέκνου του. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι στο παρόν στάδιο, που υπάρχει μεγάλη αναστάτωση με έντονη ψυχική φόρτιση στον ανήλικο, καθώς και δυσχέρεια προσαρμογής στο περιβάλλον που διαβιοί, το οποίο φαίνεται ότι δεν είναι αποδεκτό από τον ίδιο, η εκφρασμένη θέλησή του να διαμείνει με τον πατέρα του δεν μπορεί να αγνοηθεί, λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας και της ωριμότητας του, καθόσον τυχόν παραγνώριση αυτής θα είναι επιβλαβής για το συμφέρον του και θα έχει σοβαρές δυσμενείς συνέπειες για την ήδη κλονισμένη ψυχική και συναισθηματική ισορροπία του. Συνεπώς, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, συναγόμενη από την προσήκουσα αξιολόγηση όλων των προσκομιζομένων αποδεικτικών στοιχείων, το αληθές συμφέρον του ανηλίκου επιβάλλει, υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, να ανατεθεί η άσκηση της αποκλειστικής επιμέλειας αυτού στον εκκαλούντα πατέρα. Με τον τρόπο αυτό δεν αποκλείεται το ενδιαφέρον και η ενεργός συμμετοχή της εφεσίβλητης μητέρας του ανηλίκου και στις λοιπές λειτουργίες της γονικής μέριμνας, που διατηρούνται από κοινού με τον πατέρα του. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμη την πρώτη αγωγή και ανέθεσε την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου αποκλειστικά στη μητέρα του, απορρίπτοντας τη δεύτερη αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η έφεση στην ουσία, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο για εκδίκαση (άρθρο 535 παρ. 1 ΚπολΔ), να απορριφθεί η πρώτη αγωγή ως αβάσιμη στην ουσία και να γίνει δεκτή η δεύτερη αγωγή ως βάσιμη στην ουσία, και να ανατεθεί οριστικά η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων στον πατέρα. Μετά την απόφανση του Δικαστηρίου επί της ουσίας της υποθέσεως παρέλκει η εξέταση της αιτήσεως του εκκαλούντος, υποβαλλόμενη με τις κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του, με την οποία ζητεί να ανατεθεί προσωρινά η άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου του σ`αυτόν. Τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας-εναγομένης, επειδή ηττήθηκε (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΕΧΕΤΑΙ στην ουσία την από 7-10-2005 (αριθμ. εκθ. κατ. 322/27-10- 2005) έφεση κατά της υπ` αριθμ. 222/2005 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία (άρθρα 681B`, 666 επ. του ΚΠολΔ).

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση. ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις από 9-11-2004 (αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004) και από 3-2-2005 (αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005) αγωγές.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ`αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004 αγωγή. 

ΔΕΧΕΤΑΙ την υπ`αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005 αγωγή.

ΑΝΑΘΕΤΕΙ την άσκηση της αποκλειστικής επιμέλειας του ανηλίκου .............., στον ενάγοντα, .................... του .........

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη-εναγομένη στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος ενάγοντος, αμφοτέρων των βαθμών της δίκης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε στην Κομοτηνή στις 17 Μαρτίου 2011 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 29 Μαρτίου 2011, με νέα σύνθεση, ήτοι: Σοφία Καρυστηναίου, Πρόεδρο Εφετών, Αναστασία Χορτιάτη και Μυρσίνη Παπαχίου, Εφέτες, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.